Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀμφιδέαι: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
(6_4)
(No difference)

Revision as of 09:16, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφιδέαι: -αἱ, πᾶν ὅ,τι περιδέει ἢ περιδέεται, περιβραχιόνιον, περισφύριον, Ἡρόδ. 2. 69, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 309. 11, Συλλ. Ἐπιγρ. 150. 26· ἀλλ’ ὡσαύτως οὐδ. ἀμφίδεα, τά, αὐτόθι 17. 151. 7· (ὁ Βοίκχιος γράφει ἀμφιδεαῖ, -δεᾶ): ὁ Ἡσύχιος λέγει: «ἀμφιδέαι, ψέλλια, κρίκοι, δακτύλιοι.» 2) οἱ σιδηροῖ κρίκοι, Λατ. armillae, δι’ ὧν τὰ φύλλα τῶν θυρῶν προσηρμόζοντο καὶ ἐστηρίζοντο ἐπὶ τῶν στροφέων «ῥιζέδων», Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἰουδεν. 3. 304: ἀνφιδέαι σιδηραῖ στρογγύλαι ἀπὸ κλείθρου τέτταρες Βοίκχ. ἐν Ἐπιγρ. Ναυτ. σ. 409. 3) τὰ ἀμφίδεα, τὰ χείλη τῆς μήτρας, Ἱππ. 610. 42, «ἀμφίδεον, τοῦ στόματος τῆς μήτρας τὸ ἐν κύκλῳ ἄκρον… κατὰ μεταφορὰν ἀπὸ τῶν γυναικείων ψελλίων», Γαλην. Λεξ.