Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κολοσσός: Difference between revisions

From LSJ

Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut

Menander, Monostichoi, 525
(13_6a)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1475.png Seite 1475]] ὁ, der <b class="b2">Koloß</b>, die Riesenbildsäule, über Lebensgröße; Her. 2, 149. 175; ξύλινοι, χάλκεοι, 3, 130. 152; εὔμορφοι Aesch. Ag. 405; übh. Bildsäule, Theocr. 22, 47; τοῦ Ἡρακλέους Plut. Fab. 22 u. A. Bes. der 70 Ellen hohe, dem Sonnengotte zu Ehren errichtete eherne Koloß auf Rhodus, Luc. histor. conscr. 23; vgl. Plut. ad princ. inerud. 2. – Nach E. M. von κολούειν – [[ὄσσε]], ὡς μὴ ἐφικνουμένων τῶν ὀφθαλμῶν ὁρᾶν.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1475.png Seite 1475]] ὁ, der <b class="b2">Koloß</b>, die Riesenbildsäule, über Lebensgröße; Her. 2, 149. 175; ξύλινοι, χάλκεοι, 3, 130. 152; εὔμορφοι Aesch. Ag. 405; übh. Bildsäule, Theocr. 22, 47; τοῦ Ἡρακλέους Plut. Fab. 22 u. A. Bes. der 70 Ellen hohe, dem Sonnengotte zu Ehren errichtete eherne Koloß auf Rhodus, Luc. histor. conscr. 23; vgl. Plut. ad princ. inerud. 2. – Nach E. M. von κολούειν – [[ὄσσε]], ὡς μὴ ἐφικνουμένων τῶν ὀφθαλμῶν ὁρᾶν.
}}
{{ls
|lstext='''κολοσσός''': ὁ, γιγαντιαῖον [[ἄγαλμα]], παρ’ Ἡροδ. ἀείποτε ἐπὶ τῶν κολοσσιαίων, ἀγαλμάτων τῶν ἐν τοῖς ναοῖς τῶν Αἰγυπτίων, 2. 130, 131, 143, 149, καὶ ἀλλ.· τινὰ αὐτῶν μνημονεύονται ὡς ἔχοντα [[ὕψος]] [[εἴκοσι]] ποδῶν, 2. 176· ἕτερα 75 ποδῶν, [[αὐτόθι]]· ― ἀλλ’ [[ὡσαύτως]], ὡς φαίνεται, καὶ [[ἁπλῶς]] [[ἄγαλμα]] [[ἄνευ]] ἀναφορᾶς εἰς τὸ [[μέγεθος]] [[αὐτοῦ]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 416 (τὸ μόνον [[χωρίον]] [[ἔνθα]] εὑρίσκεται παρὰ τοῖς δοκίμοις Ἀττ.), Θεόκρ. 22. 47· κολοττὸς ἐν Διοδ. 1. 67. ― Ὁ περιφημότατος κολοσσὸς ἦτο ὁ τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Ρόδῳ ἔχων [[ὕψος]] [[ἑβδομήκοντα]] πήχεων, κατασκευασθεὶς κατὰ τοὺς χρόνους Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ, Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 23, κτλ.· πρβλ. λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτήτων.
}}
}}

Revision as of 09:27, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κολοσσός Medium diacritics: κολοσσός Low diacritics: κολοσσός Capitals: ΚΟΛΟΣΣΟΣ
Transliteration A: kolossós Transliteration B: kolossos Transliteration C: kolossos Beta Code: kolosso/s

English (LSJ)

ὁ (also ἡ, v. infr.), κολοττ- D.S.1.67:—

   A colossus, gigantic statue, in Hdt. always of Egyptian works, 2.130, al.; of other colossal statues, Thphr.Fr.128, Sopat.1, Plb.18.16.2, Plin.HN34.45, Luc.Hist.Conscr.23, D.C.66.15; ὁ κ. ὁ ἡμαρτημένος Longin.36.3; dub. in IG12.577, 12(3).1015.    2 generally, statue, A.Ag.416 (lyr.), Schwyzer 89.17 (Argos, iii B.C.), Theoc.22.47; of small images, κολοσὸς (acc. pl.), . . ἔρσενα καὶ θήλειαν ἢ καλίνος ἢ γαίνος Berl.Sitzb.1927.167 (Cyrene): also fem., τὰς κ. ibid.

German (Pape)

[Seite 1475] ὁ, der Koloß, die Riesenbildsäule, über Lebensgröße; Her. 2, 149. 175; ξύλινοι, χάλκεοι, 3, 130. 152; εὔμορφοι Aesch. Ag. 405; übh. Bildsäule, Theocr. 22, 47; τοῦ Ἡρακλέους Plut. Fab. 22 u. A. Bes. der 70 Ellen hohe, dem Sonnengotte zu Ehren errichtete eherne Koloß auf Rhodus, Luc. histor. conscr. 23; vgl. Plut. ad princ. inerud. 2. – Nach E. M. von κολούειν – ὄσσε, ὡς μὴ ἐφικνουμένων τῶν ὀφθαλμῶν ὁρᾶν.

Greek (Liddell-Scott)

κολοσσός: ὁ, γιγαντιαῖον ἄγαλμα, παρ’ Ἡροδ. ἀείποτε ἐπὶ τῶν κολοσσιαίων, ἀγαλμάτων τῶν ἐν τοῖς ναοῖς τῶν Αἰγυπτίων, 2. 130, 131, 143, 149, καὶ ἀλλ.· τινὰ αὐτῶν μνημονεύονται ὡς ἔχοντα ὕψος εἴκοσι ποδῶν, 2. 176· ἕτερα 75 ποδῶν, αὐτόθι· ― ἀλλ’ ὡσαύτως, ὡς φαίνεται, καὶ ἁπλῶς ἄγαλμα ἄνευ ἀναφορᾶς εἰς τὸ μέγεθος αὐτοῦ, Αἰσχύλ. Ἀγ. 416 (τὸ μόνον χωρίον ἔνθα εὑρίσκεται παρὰ τοῖς δοκίμοις Ἀττ.), Θεόκρ. 22. 47· κολοττὸς ἐν Διοδ. 1. 67. ― Ὁ περιφημότατος κολοσσὸς ἦτο ὁ τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Ρόδῳ ἔχων ὕψος ἑβδομήκοντα πήχεων, κατασκευασθεὶς κατὰ τοὺς χρόνους Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ, Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 23, κτλ.· πρβλ. λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτήτων.