στριβιλικίγξ: Difference between revisions
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
(13_3) |
(6_23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0954.png Seite 954]] nur Ar. Ach. 999, οὐδ' ἂν στριβ., auch nicht das Geringste, nach dem Schol. zusammengesetzt aus [[στρίβος]] u. [[λίκιγξ]], welches Wort er durch ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου erklärt. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0954.png Seite 954]] nur Ar. Ach. 999, οὐδ' ἂν στριβ., auch nicht das Geringste, nach dem Schol. zusammengesetzt aus [[στρίβος]] u. [[λίκιγξ]], welches Wort er durch ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου erklärt. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''στρῐβῐλῐκίγξ''': κωμικὴ [[λέξις]], οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]], οὐδ’ ἐλάχιστον [[μέρος]], οὐδὲ γρῦ, [[οὐδόλως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, [[ἀσθενής]], λεπτὴ [[φωνή]]· παραβάλλων καὶ τὸ [[λίκιγξ]], φωνὴ πτηνοῦ. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:55, 5 August 2017
English (LSJ)
Comic word, οὐδ' ἂν σ. not
A the least, not a fraction, Ar.Ach.1035: Sch. cites also στρίβος, a weak fine voice; comparing also λίκιγξ, a bird's voice.
German (Pape)
[Seite 954] nur Ar. Ach. 999, οὐδ' ἂν στριβ., auch nicht das Geringste, nach dem Schol. zusammengesetzt aus στρίβος u. λίκιγξ, welches Wort er durch ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου erklärt.
Greek (Liddell-Scott)
στρῐβῐλῐκίγξ: κωμικὴ λέξις, οὐδ’ ἂν στριβιλικίγξ, οὐδ’ ἐλάχιστον μέρος, οὐδὲ γρῦ, οὐδόλως, Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, ἀσθενής, λεπτὴ φωνή· παραβάλλων καὶ τὸ λίκιγξ, φωνὴ πτηνοῦ.