νεοδαμώδης: Difference between revisions
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
(13_6a) |
(6_7) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0241.png Seite 241]] ες ([[δῆμος]]), nach Thuc. 7, 58, δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες τὸ [[ἤδη]] ἐλεύθερον εἶναι, bei den Lacedämoniern = neuerdings frei geworden und in die Bürgergemeinde aufgenommen, im Gegensatz zu den freigeborenen Bürgern, von den Heloten, welche zur Belohnung für Kriegsdienste mit der Freiheit beschenkt wurden, und die ein Vorrecht als Bürger vor den περίοικοι hatten; Her. 9, 11; Thuc. 5, 34. 67; Xen. Hell. 3, 1, 4 u. öfter; Plut. Ages. 6. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0241.png Seite 241]] ες ([[δῆμος]]), nach Thuc. 7, 58, δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες τὸ [[ἤδη]] ἐλεύθερον εἶναι, bei den Lacedämoniern = neuerdings frei geworden und in die Bürgergemeinde aufgenommen, im Gegensatz zu den freigeborenen Bürgern, von den Heloten, welche zur Belohnung für Kriegsdienste mit der Freiheit beschenkt wurden, und die ein Vorrecht als Bürger vor den περίοικοι hatten; Her. 9, 11; Thuc. 5, 34. 67; Xen. Hell. 3, 1, 4 u. öfter; Plut. Ages. 6. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''νεοδᾱμώδης''': -ες, [[λέξις]] Σπαρτιατική, ὁ νεωστὶ γενόμενος εἷς ἐκ τοῦ δάμου, δηλ. δήμου, [[νέος]] [[πολίτης]] τῆς Σπάρτης, ὁ νεωστὶ κτησάμενος πολιτικὰ δικαιώματα Σπαρτιάτου πολίτου (κατ’ ἀντίθ. πρὸς τοὺς κατὰ κληρονομίαν πολίτας), δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες ἐλεύθερον ἤδη [[εἶναι]] Θουκ. 7. 58· [[ἐντεῦθεν]] ἐκεῖνοι τῶν Εἱλώτων ἐκαλοῦντο Νεοδαμώδεις, ὅσοι ὑπὸ τῆς πολιτείας ἀπηλευθεροῦντο εἰς ἀνταμοιβὴν ὑπηρεσιῶν ἐν πολέμῳ, λαμβάνοντες πιθ. πολιτικά τινα δικαιώματα, γινόμενοι [[οὕτως]] ἀνώτεροι καὶ τῶν περιοίκων, Εἵλωσι καὶ νεοδαμώδεσι... καὶ τοῖς περιοίκοις Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 6, πρβλ. 5. 2, 24· - ὅρ. Valck. εἰς Ἡρόδ. 9. 11, Arnold εἰς Θουκ. 5. 34, Müller Dor. 3. 3, § 5. - Καθ’ Ἡσύχ.: «νεοδαμώδεις· οἱ κατὰ δόσιν ἐλεύθεροι ἀπὸ τῆς εἱλωτίας», καὶ κατὰ [[Πολυδ]]. Γ΄, 83, «τοὺς μέντοι εἰς ἐλευθερίαν τῶν εἱλώτων ἀφιεμένους οἱ Λακεδαιμόνιοι νεοδαμώδεις καλοῦσιν». | |||
}} | }} |
Revision as of 11:14, 5 August 2017
English (LSJ)
ες, a Spartan word,
A lately made one of the people (δᾶμος = δῆμος), newly enfranchised, δύναται δὲ τὸ ν. ἐλεύθερον ἤδη εἶναι Th.7.58: applied to Helots freed by the state in reward for service in war, Εἵλωσι καὶ ν. καὶ τοῖς περιοίκοις X.HG3.3.6, cf. 5.2.24, Myro I J.
German (Pape)
[Seite 241] ες (δῆμος), nach Thuc. 7, 58, δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες τὸ ἤδη ἐλεύθερον εἶναι, bei den Lacedämoniern = neuerdings frei geworden und in die Bürgergemeinde aufgenommen, im Gegensatz zu den freigeborenen Bürgern, von den Heloten, welche zur Belohnung für Kriegsdienste mit der Freiheit beschenkt wurden, und die ein Vorrecht als Bürger vor den περίοικοι hatten; Her. 9, 11; Thuc. 5, 34. 67; Xen. Hell. 3, 1, 4 u. öfter; Plut. Ages. 6.
Greek (Liddell-Scott)
νεοδᾱμώδης: -ες, λέξις Σπαρτιατική, ὁ νεωστὶ γενόμενος εἷς ἐκ τοῦ δάμου, δηλ. δήμου, νέος πολίτης τῆς Σπάρτης, ὁ νεωστὶ κτησάμενος πολιτικὰ δικαιώματα Σπαρτιάτου πολίτου (κατ’ ἀντίθ. πρὸς τοὺς κατὰ κληρονομίαν πολίτας), δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες ἐλεύθερον ἤδη εἶναι Θουκ. 7. 58· ἐντεῦθεν ἐκεῖνοι τῶν Εἱλώτων ἐκαλοῦντο Νεοδαμώδεις, ὅσοι ὑπὸ τῆς πολιτείας ἀπηλευθεροῦντο εἰς ἀνταμοιβὴν ὑπηρεσιῶν ἐν πολέμῳ, λαμβάνοντες πιθ. πολιτικά τινα δικαιώματα, γινόμενοι οὕτως ἀνώτεροι καὶ τῶν περιοίκων, Εἵλωσι καὶ νεοδαμώδεσι... καὶ τοῖς περιοίκοις Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 6, πρβλ. 5. 2, 24· - ὅρ. Valck. εἰς Ἡρόδ. 9. 11, Arnold εἰς Θουκ. 5. 34, Müller Dor. 3. 3, § 5. - Καθ’ Ἡσύχ.: «νεοδαμώδεις· οἱ κατὰ δόσιν ἐλεύθεροι ἀπὸ τῆς εἱλωτίας», καὶ κατὰ Πολυδ. Γ΄, 83, «τοὺς μέντοι εἰς ἐλευθερίαν τῶν εἱλώτων ἀφιεμένους οἱ Λακεδαιμόνιοι νεοδαμώδεις καλοῦσιν».