εὐκταῖος: Difference between revisions

From LSJ

αἵ τε γὰρ συμφοραὶ ποιοῦσι μακρολόγους → For, in addition, our misfortunes make us long-winded (Appian, Libyca 389.3)

Source
(13_6b)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1076.png Seite 1076]] gewünscht, wünschenswerth, und gesluchtsluchenswerth; [[πατρόθεν]] εὐκταία [[φάτις]], des Vaters Fluch, Aesch. Spt. 823, wie πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν 705; Ἅιδου εὐκταία [[χάρις]] Ag. 1360, erflehte Gunst; εὐκταῖα, Wünsche, Gelübde, Aesch. Suppl. 626, wie Soph. Tr. 238; ἐπιβοᾶται Θέμιν εὐκταίαν Eur. Med. 169, wie τοῖς δυστυχοῦσιν εὐκταία [[θεός]] (Λήθη), angefleht, u. so auch sp. D.; [[νύμφα]], geweiht, gelobt, Eur. I. T. 213; πανηγύρεις, ludi votivi der Römer, D. Hal. u. A. – Uebh. wünschenswerth, bei Plat. Legg. III, 687 e, v. l. für [[εὐκτέον]]; häufig bei Plut. u. Luc., [[ὅπερ]] εὐκταιότατον αὐτῷ Tyrann. 17. – Auch akt., wünschend, betend, Aesch. frg. 46; εὐχαί, flehende Bitten, Ar. Av. 1060; ἐπῳδαί Plat. Legg. X, 906 b. – Adv. εὐκταίως, Schol. Pind. P. 5, 155; K. S.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1076.png Seite 1076]] gewünscht, wünschenswerth, und gesluchtsluchenswerth; [[πατρόθεν]] εὐκταία [[φάτις]], des Vaters Fluch, Aesch. Spt. 823, wie πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν 705; Ἅιδου εὐκταία [[χάρις]] Ag. 1360, erflehte Gunst; εὐκταῖα, Wünsche, Gelübde, Aesch. Suppl. 626, wie Soph. Tr. 238; ἐπιβοᾶται Θέμιν εὐκταίαν Eur. Med. 169, wie τοῖς δυστυχοῦσιν εὐκταία [[θεός]] (Λήθη), angefleht, u. so auch sp. D.; [[νύμφα]], geweiht, gelobt, Eur. I. T. 213; πανηγύρεις, ludi votivi der Römer, D. Hal. u. A. – Uebh. wünschenswerth, bei Plat. Legg. III, 687 e, v. l. für [[εὐκτέον]]; häufig bei Plut. u. Luc., [[ὅπερ]] εὐκταιότατον αὐτῷ Tyrann. 17. – Auch akt., wünschend, betend, Aesch. frg. 46; εὐχαί, flehende Bitten, Ar. Av. 1060; ἐπῳδαί Plat. Legg. X, 906 b. – Adv. εὐκταίως, Schol. Pind. P. 5, 155; K. S.
}}
{{ls
|lstext='''εὐκταῖος''': -α, -ον, ([[εὔχομαι]]) Ἀττ. - Ἐπίρρ. (ἐν χρήσει [[μάλιστα]] παρὰ Τραγ., πρβλ. [[ἀραῖος]]): 1) ἀνήκων ἢ [[ἁρμόδιος]] εἰς εὐχήν, [[ἀναθηματικός]], Ἅιδου... εὐκταίαν [[χάριν]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 1387· τρίτην Διὸς σωτῆρος εὐκταίαν [[λίβα]] ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 52· εὐχαὶ Ἀριστοφ. Ὄρν. 1060· ἐπῳδαὶ Πλάτ. Νόμ. 906Β· εὐκτ. [[νύμφα]], ἀφωσιωμένη, καθιερωμένη, Εὐρ. Ι. Τ. 213· πανηγύρεις εὐκτ., Λατ. ludi votivi, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Δίωνος Κ.: - εὐκταῖα, τά, ἀφιερώματα προσφερόμενα [[συμφώνως]] πρὸς γινομένην εὐχὴν («τάξιμον»), εὐχαί, προσευχαί, Αἰσχύλ. Ἱκ. 631, Σοφ. Τρ. 239. 2) ἐπίθ. τῶν θεῶν, οὓς ἐπικαλεῖταί τις ἰδίως, πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν, «ἣν ἐπηύξατο [[Οἰδίπους]] τελέσας τὰς ἀρὰς» (Σχόλ.), Αἰσχύλ. Θήβ. 724· [[πατρόθεν]] εὐκταία [[φάτις]] [[αὐτόθι]] 841· Θέμις εὐκταία Εὐρ. Μήδ. 169· τοῖσιν δυστυχοῦσιν εὐκταῖα θεὸς ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 214. 3) [[καθόλου]], ὃν ἐπιθυμεῖ τις, ἠώς, λιμὴν Ἀνθ. Πλ. 6. 203., 9. 41· [[γάμος]] γὰρ... εὐκταῖον κακὸν Μένανδρ. ἐν Μονοστ. 102· ἐπιθυμητός, Πλάτ. Νομ. 687Ε (διάφ. γραφ. [[εὐκτέον]]), Λουκ. Τύρανν. 17. ― Ἐπίρρ. εὐκταίως, κατ᾿ εὐχήν, Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 5. 155.
}}
}}

Revision as of 11:22, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐκταῖος Medium diacritics: εὐκταῖος Low diacritics: ευκταίος Capitals: ΕΥΚΤΑΙΟΣ
Transliteration A: euktaîos Transliteration B: euktaios Transliteration C: efktaios Beta Code: eu)ktai=os

English (LSJ)

α, ον, (εὔχομαι) Att. Adj. (used chiefly by Trag., cf. ἀραῖος):    1 of or for prayer, votive, Ἄιδου . . εὐκταίαν χάριν A.Ag. 1387; τρίτην Διὸς σωτῆρος εὐκταίαν λίβα Id.Fr.55; εὐχαί Ar.Av. 1060; ἐπῳδαί Pl.Lg.906b; εὐ. [νύμφα] devoted, E.IT213 (lyr.); πανηγύρεις εὐ., Lat. ludi votivi, D.C.58.12: εὐκταῖα, τά, votive offerings, vows, prayers, A.Supp.631 (lyr.), S.Tr.239.    2 epith. of gods, invoked in or by special prayer, πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν, πατρόθεν εὐκταία φάτις, of the curse invoked by Oedipus, A.Th.723, 841 (both lyr.); Θέμις εὐκταία E.Med.169 (anap.); τοῖσι δυστυχοῦσιν εὐκταία θεός Id.Or.214.    3 generally, prayed for, desired, ἠώς, λιμένες, AP6.242 (Crin.), 9.41 (Theon); γάμος γὰρ . . εὐκταῖον κακόν Men.Mon.102, cf. Epicur.Sent.Vat.35; desirable, f.l. for εὐκτέον in Pl.Lg.687e: Sup., τήβεννος (of the latus clavus), AJA18.323 (Sardes, i B.C.); ἴασις Gal. 7.738, cf. Luc.Tyr.17. Adv. -αίως, ἔχειν Sch.Pi.P.5.159; δέχεσθαί τινα J.BJ7.2.1.

German (Pape)

[Seite 1076] gewünscht, wünschenswerth, und gesluchtsluchenswerth; πατρόθεν εὐκταία φάτις, des Vaters Fluch, Aesch. Spt. 823, wie πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν 705; Ἅιδου εὐκταία χάρις Ag. 1360, erflehte Gunst; εὐκταῖα, Wünsche, Gelübde, Aesch. Suppl. 626, wie Soph. Tr. 238; ἐπιβοᾶται Θέμιν εὐκταίαν Eur. Med. 169, wie τοῖς δυστυχοῦσιν εὐκταία θεός (Λήθη), angefleht, u. so auch sp. D.; νύμφα, geweiht, gelobt, Eur. I. T. 213; πανηγύρεις, ludi votivi der Römer, D. Hal. u. A. – Uebh. wünschenswerth, bei Plat. Legg. III, 687 e, v. l. für εὐκτέον; häufig bei Plut. u. Luc., ὅπερ εὐκταιότατον αὐτῷ Tyrann. 17. – Auch akt., wünschend, betend, Aesch. frg. 46; εὐχαί, flehende Bitten, Ar. Av. 1060; ἐπῳδαί Plat. Legg. X, 906 b. – Adv. εὐκταίως, Schol. Pind. P. 5, 155; K. S.

Greek (Liddell-Scott)

εὐκταῖος: -α, -ον, (εὔχομαι) Ἀττ. - Ἐπίρρ. (ἐν χρήσει μάλιστα παρὰ Τραγ., πρβλ. ἀραῖος): 1) ἀνήκων ἢ ἁρμόδιος εἰς εὐχήν, ἀναθηματικός, Ἅιδου... εὐκταίαν χάριν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1387· τρίτην Διὸς σωτῆρος εὐκταίαν λίβα ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 52· εὐχαὶ Ἀριστοφ. Ὄρν. 1060· ἐπῳδαὶ Πλάτ. Νόμ. 906Β· εὐκτ. νύμφα, ἀφωσιωμένη, καθιερωμένη, Εὐρ. Ι. Τ. 213· πανηγύρεις εὐκτ., Λατ. ludi votivi, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Δίωνος Κ.: - εὐκταῖα, τά, ἀφιερώματα προσφερόμενα συμφώνως πρὸς γινομένην εὐχὴν («τάξιμον»), εὐχαί, προσευχαί, Αἰσχύλ. Ἱκ. 631, Σοφ. Τρ. 239. 2) ἐπίθ. τῶν θεῶν, οὓς ἐπικαλεῖταί τις ἰδίως, πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινύν, «ἣν ἐπηύξατο Οἰδίπους τελέσας τὰς ἀρὰς» (Σχόλ.), Αἰσχύλ. Θήβ. 724· πατρόθεν εὐκταία φάτις αὐτόθι 841· Θέμις εὐκταία Εὐρ. Μήδ. 169· τοῖσιν δυστυχοῦσιν εὐκταῖα θεὸς ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 214. 3) καθόλου, ὃν ἐπιθυμεῖ τις, ἠώς, λιμὴν Ἀνθ. Πλ. 6. 203., 9. 41· γάμος γὰρ... εὐκταῖον κακὸν Μένανδρ. ἐν Μονοστ. 102· ἐπιθυμητός, Πλάτ. Νομ. 687Ε (διάφ. γραφ. εὐκτέον), Λουκ. Τύρανν. 17. ― Ἐπίρρ. εὐκταίως, κατ᾿ εὐχήν, Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 5. 155.