ὁμοφροσύνη: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁμοφροσύνη''': ἡ, = [[ὁμόνοια]], [[ἑνότης]] φρονήματος καὶ αἰσθημάτων, ὁμοφροσύνην ὀπάσειαν ἐσθλὴν [θεοὶ] Ὀδ. Ζ. 181· ἐν τῷ πληθ., Ο. 198· -[[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγενεστ. πεζογράφοις, Διον. Ἁλ. 9. 45, κτλ.
|lstext='''ὁμοφροσύνη''': ἡ, = [[ὁμόνοια]], [[ἑνότης]] φρονήματος καὶ αἰσθημάτων, ὁμοφροσύνην ὀπάσειαν ἐσθλὴν [θεοὶ] Ὀδ. Ζ. 181· ἐν τῷ πληθ., Ο. 198· -[[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγενεστ. πεζογράφοις, Διον. Ἁλ. 9. 45, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />accord de sentiments, union, concorde.<br />'''Étymologie:''' [[ὁμόφρων]].
}}
}}

Revision as of 19:29, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμοφροσύνη Medium diacritics: ὁμοφροσύνη Low diacritics: ομοφροσύνη Capitals: ΟΜΟΦΡΟΣΥΝΗ
Transliteration A: homophrosýnē Transliteration B: homophrosynē Transliteration C: omofrosyni Beta Code: o(mofrosu/nh

English (LSJ)

ἡ,

   A = ὁμόνοια, unity of mind and feeling, ὁμοφροσύνην ὀπάσειαν ἐσθλὴν [θεοί] Od.6.181, cf. Orph.A.353 : pl., Od.15.198, A.R.2.716 : also in Ion. and later Prose, Democr.186, D.H.9.45, Ocell.4.6, etc.

German (Pape)

[Seite 341] ἡ, Uebereinstimmung des Denkens, der Gesinnung, Einigkeit; Od. 6, 181; ἥδε δ' ὁδὸς καὶ μᾶλλον ὁμ οφροσύνῃσιν ἐνήσει (ἡμᾶς), 15, 198; sp. D., wie Alc. Mess. 3 (XII, 64); Agath. 89; Coluth. 185; Maneth. 6, 215. Auch D. H. 9, 45 u. Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ὁμοφροσύνη: ἡ, = ὁμόνοια, ἑνότης φρονήματος καὶ αἰσθημάτων, ὁμοφροσύνην ὀπάσειαν ἐσθλὴν [θεοὶ] Ὀδ. Ζ. 181· ἐν τῷ πληθ., Ο. 198· -ὡσαύτως παρὰ μεταγενεστ. πεζογράφοις, Διον. Ἁλ. 9. 45, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
accord de sentiments, union, concorde.
Étymologie: ὁμόφρων.