ἐγκρούω: Difference between revisions

From LSJ

Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron

Sophocles, Antigone, 816
(6_13a)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐγκρούω''': μέλλ. -σω, κτυπῶ μέσα, ἐμπήγω, καρφώνω, παττάλους εἰς τὸν τοῖχον Ἀριστοφ. Σφ. 130· πλήττω, κτυπῶ, ἐγκρούουσα ποσσὶ πτέρυγας, περὶ τῆς ἀκρίδος, Ἀνθ. Π. 7. 195, 4. ΙΙ. ὀρχοῦμαι, ὡς τὸ [[ἐγκροτέω]] καὶ [[ἐγκατακρούω]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 374.
|lstext='''ἐγκρούω''': μέλλ. -σω, κτυπῶ μέσα, ἐμπήγω, καρφώνω, παττάλους εἰς τὸν τοῖχον Ἀριστοφ. Σφ. 130· πλήττω, κτυπῶ, ἐγκρούουσα ποσσὶ πτέρυγας, περὶ τῆς ἀκρίδος, Ἀνθ. Π. 7. 195, 4. ΙΙ. ὀρχοῦμαι, ὡς τὸ [[ἐγκροτέω]] καὶ [[ἐγκατακρούω]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 374.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> enfoncer (des clous, <i>etc.</i>) en frappant;<br /><b>2</b> danser en mesure.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[κρούω]].
}}
}}

Revision as of 19:38, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγκρούω Medium diacritics: ἐγκρούω Low diacritics: εγκρούω Capitals: ΕΓΚΡΟΥΩ
Transliteration A: enkroúō Transliteration B: enkrouō Transliteration C: egkroyo Beta Code: e)gkrou/w

English (LSJ)

   A knock or hammer in, παττάλους εἰς τὸν τοῖχον Ar.V.130; ἥλους εἰς τὰ ὑποδήματα Thphr.Char.4.13; strike, ἐγκρούουσα ποσσὶ λάλους πτέρυγας, of the locust, AP7.195.4 (Mel.).    II dance, Ar. Ra.374.

German (Pape)

[Seite 710] (s. κρούω), ein-, anschlagen, παττάλους Ar. Vesp. 130; εἰς τὰ ὑποδήματα ἥλους Theophr. Char. 4; ἀκρὶς – ἐγκρούουσα φίλοις ποσσὶ λάλους πτέρυγας, die Flügel an die Füße schlagend, Mel. 112 (VII, 195).

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκρούω: μέλλ. -σω, κτυπῶ μέσα, ἐμπήγω, καρφώνω, παττάλους εἰς τὸν τοῖχον Ἀριστοφ. Σφ. 130· πλήττω, κτυπῶ, ἐγκρούουσα ποσσὶ πτέρυγας, περὶ τῆς ἀκρίδος, Ἀνθ. Π. 7. 195, 4. ΙΙ. ὀρχοῦμαι, ὡς τὸ ἐγκροτέω καὶ ἐγκατακρούω, Ἀριστοφ. Βάτρ. 374.

French (Bailly abrégé)

1 enfoncer (des clous, etc.) en frappant;
2 danser en mesure.
Étymologie: ἐν, κρούω.