τόμος: Difference between revisions

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
(6_14)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τόμος''': ὁ, [[τεμάχιον]], [[κομμάτιον]], τ. ἐκ πτέρνης Βατραχομ. 37· γαστρός, πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἱππ. 1179, 1190· ὁ τῆς χορδῆς [[τόμος]] Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 15· ἀλλάντων, πύου Φερεκράτ. ἐν «Μεταλλεῦσιν» 1. 8 καὶ 19· γογγυλίδος Ἄλεξις ἐν «Θεοφορήτῳ» 2· τυροῦ, ἠνύστρου Εὔβουλος, κλπ.· ― [[τεμάχιον]] γῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 1569c. 8 κἑξ. ΙΙ. [[μέρος]] βιβλίου ἢ συγγράματος ἀποτελοῦν [[ἴδιον]] κύλινδρον, [[τόμος]], volumen, Διογ. Λ. 6, 15, Ἐκκλ.
|lstext='''τόμος''': ὁ, [[τεμάχιον]], [[κομμάτιον]], τ. ἐκ πτέρνης Βατραχομ. 37· γαστρός, πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἱππ. 1179, 1190· ὁ τῆς χορδῆς [[τόμος]] Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 15· ἀλλάντων, πύου Φερεκράτ. ἐν «Μεταλλεῦσιν» 1. 8 καὶ 19· γογγυλίδος Ἄλεξις ἐν «Θεοφορήτῳ» 2· τυροῦ, ἠνύστρου Εὔβουλος, κλπ.· ― [[τεμάχιον]] γῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 1569c. 8 κἑξ. ΙΙ. [[μέρος]] βιβλίου ἢ συγγράματος ἀποτελοῦν [[ἴδιον]] κύλινδρον, [[τόμος]], volumen, Διογ. Λ. 6, 15, Ἐκκλ.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />morceau coupé, partie, part, portion.<br />'''Étymologie:''' [[τέμνω]].
}}
}}

Revision as of 19:39, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τόμος Medium diacritics: τόμος Low diacritics: τόμος Capitals: ΤΟΜΟΣ
Transliteration A: tómos Transliteration B: tomos Transliteration C: tomos Beta Code: to/mos

English (LSJ)

ὁ,

   A slice, τ. ἐκ πτέρνης Batr.37; γαστρός, πλακοῦντος, Ar. Eq. 1179, 1190; τῆς χορδῆς Cratin.192; ἀλλάντων, πυοῦ, Pherecr.108.8, 19; γογγυλίδος Alex.88; τυροῦ, ἡνύστρου, Eub.150.2, Mnesim.4.14 (anap.): generally, piece, κιθῶνος Michel 832.20 (Samos, iv B.C.); of wood, beam, IG11(2).161 D123, 165.49 (Delos, iii B.C.).    2 piece of land, ib.7.3170.12 (Orchom. Boeot.), cf. 1739, 1742 (Thespiae).    3 Geom., τ. κυλίνδρου frustum of a cylinder, portion of right cylinder intercepted betw. two parallel oblique sections, Archim. Con.Sph.Def.; τ. ἀπὸ ὀρθογωνίου κώνου τομᾶς ἀφαιρούμενος frustum of the section of a right-angled cone, i e. portion of a parabola cut off by two parallel double-ordinates, Id.Aequil.2.10.    II roll of papyrus, PCair.Zen.357.15 (iii B.C.), LXXIs.8.1, PSI10.1146.1 (ii A.D.), Sammelb.7362.1 (ii A.D.), etc.; τ. συγκολλήσιμος PGrenf.2.41.18 (i A.D.); τιμῆς ἀπὸ τόμου ἀγραφίου PMich.Teb.123vvii 25 (i A.D.); tome, volume, PMich. in Class.Phil.22.10 (ii A.D.), D.L.6.15: metaph., ἐν καθαρῷ διανοίας τ. Porph.Marc.32.

German (Pape)

[Seite 1127] ὁ, der Schnitt, Abschnitt; γαστρός, πλακοῦντος, Ar. Equ 1175. 1186; das abgeschnittene Stück, der Theil, bes. der Theil eines auf Pergament geschriebenen u. aufgerollten Buches, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

τόμος: ὁ, τεμάχιον, κομμάτιον, τ. ἐκ πτέρνης Βατραχομ. 37· γαστρός, πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἱππ. 1179, 1190· ὁ τῆς χορδῆς τόμος Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 15· ἀλλάντων, πύου Φερεκράτ. ἐν «Μεταλλεῦσιν» 1. 8 καὶ 19· γογγυλίδος Ἄλεξις ἐν «Θεοφορήτῳ» 2· τυροῦ, ἠνύστρου Εὔβουλος, κλπ.· ― τεμάχιον γῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 1569c. 8 κἑξ. ΙΙ. μέρος βιβλίου ἢ συγγράματος ἀποτελοῦν ἴδιον κύλινδρον, τόμος, volumen, Διογ. Λ. 6, 15, Ἐκκλ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
morceau coupé, partie, part, portion.
Étymologie: τέμνω.