ἀναμανθάνω: Difference between revisions
From LSJ
Sophocles, Oedipus Coloneus l. 1225
(6_2) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναμανθάνω''': [[μανθάνω]] τι μετ’ ἀκριβείας, [[λαμβάνω]] ἀκριβεῖς πληροφορίας, [[ἐξετάζω]] λεπτομερῶς, Ἡρόδ. 9. 101. - «ἀναμάθω, ἐξ ἀρχῆς μάθω» Ἡσύχ. | |lstext='''ἀναμανθάνω''': [[μανθάνω]] τι μετ’ ἀκριβείας, [[λαμβάνω]] ἀκριβεῖς πληροφορίας, [[ἐξετάζω]] λεπτομερῶς, Ἡρόδ. 9. 101. - «ἀναμάθω, ἐξ ἀρχῆς μάθω» Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=chercher à savoir.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνά]], [[μανθάνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:41, 9 August 2017
English (LSJ)
A inquire closely, Hdt.9.101; learn afresh, Hsch.; simply, learn, D.S.34.17, Ph.1.406.
German (Pape)
[Seite 197] (s. μανθάνω), wieder, von neuem lernen; ausforschen, Her. 9, 101, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναμανθάνω: μανθάνω τι μετ’ ἀκριβείας, λαμβάνω ἀκριβεῖς πληροφορίας, ἐξετάζω λεπτομερῶς, Ἡρόδ. 9. 101. - «ἀναμάθω, ἐξ ἀρχῆς μάθω» Ἡσύχ.