ἀποτηλοῦ: Difference between revisions
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
(6_6) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποτηλοῦ''': ἐπίρρ., [[πόρρω]] [[μακράν]], [[οὔτε]] σχεδὸν οὔτ’ [[ἀποτηλοῦ]] Ὀδ. Ι.117, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ.1092, κτλ., γράφεται δὲ καὶ [[διῃρημένως]]: - [[ὡσαύτως]] ἀποτηλόθι Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 728. | |lstext='''ἀποτηλοῦ''': ἐπίρρ., [[πόρρω]] [[μακράν]], [[οὔτε]] σχεδὸν οὔτ’ [[ἀποτηλοῦ]] Ὀδ. Ι.117, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ.1092, κτλ., γράφεται δὲ καὶ [[διῃρημένως]]: - [[ὡσαύτως]] ἀποτηλόθι Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 728. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />au loin.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[τηλοῦ]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:48, 9 August 2017
English (LSJ)
= foreg., Od.9.117, A.R.4.1092, etc.
German (Pape)
[Seite 330] in der Ferne, Od. 9, 117 u. Sp., z. B. Ap. Rh. 2. 192.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτηλοῦ: ἐπίρρ., πόρρω μακράν, οὔτε σχεδὸν οὔτ’ ἀποτηλοῦ Ὀδ. Ι.117, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ.1092, κτλ., γράφεται δὲ καὶ διῃρημένως: - ὡσαύτως ἀποτηλόθι Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 728.