κατηγορητέον: Difference between revisions
From LSJ
οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
(6_20) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατηγορητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ κατηγορήσῃ, τινὸς Ἰσοκρ. 27Α. ΙΙ. πρέπει νὰ ἀποδείξῃ τις ἢ βεβαιώσῃ, ἢ εἴπῃ…, Πλάτ. Θεαίτ. 167A. | |lstext='''κατηγορητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ κατηγορήσῃ, τινὸς Ἰσοκρ. 27Α. ΙΙ. πρέπει νὰ ἀποδείξῃ τις ἢ βεβαιώσῃ, ἢ εἴπῃ…, Πλάτ. Θεαίτ. 167A. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adj. verb. de</i> [[κατηγορέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 9 August 2017
English (LSJ)
A one must accuse, lay the blame on, τῶν πραγμάτων Isoc.3.2; αὑτοῦ Pl.Grg.508b. II one must assert, ὡς . . Id.Tht.167a; one must predicate, τι κατά τινος Epicur.Ep.1p.25U.; τοῦ ἐπέκεινα οὐδὲ τοῦτο κ. Plot.3.7.2.
Greek (Liddell-Scott)
κατηγορητέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ κατηγορήσῃ, τινὸς Ἰσοκρ. 27Α. ΙΙ. πρέπει νὰ ἀποδείξῃ τις ἢ βεβαιώσῃ, ἢ εἴπῃ…, Πλάτ. Θεαίτ. 167A.
French (Bailly abrégé)
adj. verb. de κατηγορέω.