μέλαν: Difference between revisions
Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)
(6_5) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μέλᾰν''': ᾰνος, τό, (οὐδ. τοῦ [[μέλας]]) ὡς οὐσ. τὸ [[μέλαν]] = ἡ μελάνη, Πλάτ. Φαῖδρ. 276C˙ τὸ μ. [[τρίβων]] Δημ. 313. 11, κέλευσον ἐλθεῖν τὸν στίκτην ἔχοντα γραφίδα καὶ [[μέλαν]] Ἡρώνδ. V, 66. | |lstext='''μέλᾰν''': ᾰνος, τό, (οὐδ. τοῦ [[μέλας]]) ὡς οὐσ. τὸ [[μέλαν]] = ἡ μελάνη, Πλάτ. Φαῖδρ. 276C˙ τὸ μ. [[τρίβων]] Δημ. 313. 11, κέλευσον ἐλθεῖν τὸν στίκτην ἔχοντα γραφίδα καὶ [[μέλαν]] Ἡρώνδ. V, 66. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>neutre de</i> [[μέλας]];<br /><i>un papyrus magique parle de</i> τὸ [[μέλαν]] <i>pour désigner les deux sexes, probablement une allusion à</i> la toison pubienne. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 9 August 2017
English (LSJ)
ᾰνος, τό, (neut. of μέλας)
A ink, Pl.Phdr.276c; τὸ μ. τρίβων D.18.258, cf. Herod.5.66, etc.; μ. γραφικόν Dsc.1.69; used of a drawing material capable of erasure, Procl.Hyp.3.72. 2 μ. Ἰνδικόν indigo, Peripl.M.Rubr.39. II iris of the eye, Arist. HA491b21. b cornea, Gal.14.772. 2 = αἰδοῖον, τὸ μ. τῷ μ. συναρμόσαι PMag.Par.1.403.
German (Pape)
[Seite 119] τό, das Schwarze, s. μέλας. Als subst. bes. die Tinte, Leon. Al. 25 (IX, 350); Plut. u. A.
Greek (Liddell-Scott)
μέλᾰν: ᾰνος, τό, (οὐδ. τοῦ μέλας) ὡς οὐσ. τὸ μέλαν = ἡ μελάνη, Πλάτ. Φαῖδρ. 276C˙ τὸ μ. τρίβων Δημ. 313. 11, κέλευσον ἐλθεῖν τὸν στίκτην ἔχοντα γραφίδα καὶ μέλαν Ἡρώνδ. V, 66.
French (Bailly abrégé)
neutre de μέλας;
un papyrus magique parle de τὸ μέλαν pour désigner les deux sexes, probablement une allusion à la toison pubienne.