ἐμπαίω: Difference between revisions
ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis
(6_13a) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμπαίω''': μέλλ. -παίσω ἢ -παιήσω, κτυπῶ τι μέσα, ἐμπήγω, [[ἐνεργάζομαι]], χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένος Ἀθήν. 543F· ἴδε [[ἐμπαιστός]]. ΙΙ. ἀμεταβ., ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ, ἐμπίπτει εἰς τὴν ψυχήν μου, Σοφ. Ἠλ. 902. | |lstext='''ἐμπαίω''': μέλλ. -παίσω ἢ -παιήσω, κτυπῶ τι μέσα, ἐμπήγω, [[ἐνεργάζομαι]], χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένος Ἀθήν. 543F· ἴδε [[ἐμπαιστός]]. ΙΙ. ἀμεταβ., ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ, ἐμπίπτει εἰς τὴν ψυχήν μου, Σοφ. Ἠλ. 902. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> se graver dans, τινι ; frapper l’imagination;<br /><b>2</b> se précipiter dans, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[παίω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:55, 9 August 2017
English (LSJ)
A strike in, stamp, emboss, σκίπων χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένος Ath.12.543f. II intr., ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ bursts in upon my soul, S.El.902.
German (Pape)
[Seite 810] (s. παίω), hineinschlagen, einprägen; σκίπων χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένος Ath. XII, 543 f. Bei Eust. = in Metall Figuren einarbeiten. – Uebertr., ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ σύνηθες ὄμμα Soph. El. 890, tritt mit Gewalt vor die Seele.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμπαίω: μέλλ. -παίσω ἢ -παιήσω, κτυπῶ τι μέσα, ἐμπήγω, ἐνεργάζομαι, χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένος Ἀθήν. 543F· ἴδε ἐμπαιστός. ΙΙ. ἀμεταβ., ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ, ἐμπίπτει εἰς τὴν ψυχήν μου, Σοφ. Ἠλ. 902.
French (Bailly abrégé)
1 se graver dans, τινι ; frapper l’imagination;
2 se précipiter dans, τινι.
Étymologie: ἐν, παίω.