κατασπαταλάω: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(6_8)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατασπᾰτᾰλάω''': ζῶ [[μετὰ]] σπατάλης, ἀκολάστως καὶ ἀσώτως, καθ’ Ἡσύχ. «κατατρυφῶ, τρυφῶ», Ἀνθολ. Π. 11. 402, Ἑβδ. (Ἀμὼς Ϛ΄, 4)· [[λίαν]] σπαταλῶ, καταδαπανῶ εἰς εὐζωΐαν καὶ ἀκολασίας, ὁ Σουΐδ. συνάπτει, κατασπαθᾶν καὶ κατασπαταλᾶν καὶ σκορπίζειν· ὁ Φώτ. τρυφῶσί τε καὶ κατασπαταλῶσι.
|lstext='''κατασπᾰτᾰλάω''': ζῶ [[μετὰ]] σπατάλης, ἀκολάστως καὶ ἀσώτως, καθ’ Ἡσύχ. «κατατρυφῶ, τρυφῶ», Ἀνθολ. Π. 11. 402, Ἑβδ. (Ἀμὼς Ϛ΄, 4)· [[λίαν]] σπαταλῶ, καταδαπανῶ εἰς εὐζωΐαν καὶ ἀκολασίας, ὁ Σουΐδ. συνάπτει, κατασπαθᾶν καὶ κατασπαταλᾶν καὶ σκορπίζειν· ὁ Φώτ. τρυφῶσί τε καὶ κατασπαταλῶσι.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />vivre dans la mollesse.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[σπαταλάω]].
}}
}}

Revision as of 20:00, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατασπᾰτᾰλάω Medium diacritics: κατασπαταλάω Low diacritics: κατασπαταλάω Capitals: ΚΑΤΑΣΠΑΤΑΛΑΩ
Transliteration A: kataspataláō Transliteration B: kataspatalaō Transliteration C: kataspatalao Beta Code: kataspatala/w

English (LSJ)

   A live wantonly, wanton, LXX Pr.29.21, Am.6.4, Luc. Epigr.50.

German (Pape)

[Seite 1380] = κατασπαθάω, Luc. ep. 7 (XI, 402) u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κατασπᾰτᾰλάω: ζῶ μετὰ σπατάλης, ἀκολάστως καὶ ἀσώτως, καθ’ Ἡσύχ. «κατατρυφῶ, τρυφῶ», Ἀνθολ. Π. 11. 402, Ἑβδ. (Ἀμὼς Ϛ΄, 4)· λίαν σπαταλῶ, καταδαπανῶ εἰς εὐζωΐαν καὶ ἀκολασίας, ὁ Σουΐδ. συνάπτει, κατασπαθᾶν καὶ κατασπαταλᾶν καὶ σκορπίζειν· ὁ Φώτ. τρυφῶσί τε καὶ κατασπαταλῶσι.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
vivre dans la mollesse.
Étymologie: κατά, σπαταλάω.