πινακίς: Difference between revisions
ὅταν δὲ τἄμ' ἀθυμήσαντ' ἴδῃς, σύ μου τὸ δεινὸν καὶ διαφθαρὲν φρενῶν ἴσχναινε παραμυθοῦ θ' → whenever you see me despondent over my situation, do what you can to lessen and relieve what is wild and senseless in my thinking | whenever you see me despondent, you must cure the grim derangement of my mind and encourage me
(6_12) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πινᾰκίς''': -ίδος, ἡ, = [[πινάκιον]] Ι. 4, Φιλύλλιος ἐν «Πόλεσι» 3, Μάχων παρ’ Ἀθην. 582C. 2) ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ δέλτοι, πινακίδες, Λατ. codicilli, Πλουτ. Τ. Γράκχ. 6, ὁ αὐτ. 2. 47Ε. ΙΙ. [[εἶδος]] ὀρχήσεως, Ἀθήν. 629F, [[Πολυδ]]. Δ΄ 103. | |lstext='''πινᾰκίς''': -ίδος, ἡ, = [[πινάκιον]] Ι. 4, Φιλύλλιος ἐν «Πόλεσι» 3, Μάχων παρ’ Ἀθην. 582C. 2) ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ δέλτοι, πινακίδες, Λατ. codicilli, Πλουτ. Τ. Γράκχ. 6, ὁ αὐτ. 2. 47Ε. ΙΙ. [[εἶδος]] ὀρχήσεως, Ἀθήν. 629F, [[Πολυδ]]. Δ΄ 103. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />tablette pour écrire.<br />'''Étymologie:''' [[πίναξ]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:06, 9 August 2017
English (LSJ)
ίδος, ἡ, = foreg. 1.3, Philyll.11, Machoap.Ath.13.582c; in the Kingdom of Bosporus, ἐπὶ τῆς π., as title, prob. in IPE2.29.29 (Panticapaeum, iii A. D.), cf. BMus.Inscr.183 (πινακεῖδος): pl., π. Ἑλληνικαί
A codicils in Greek, PGnom.36 (ii A. D.). 2 in pl., tablets, Plu.TG6, Id.2.47e, Arr.Epict. 1.10.5. II a kind of dance, Poll.4.103, Ath.14.629f.
German (Pape)
[Seite 616] ἡ, = πινακίδιον, u. im plur., wie δέλτοι, Diplome, codicilli, Plut. T. Graech. 6; vgl. Spohn de extr. Od. parte p. 175.
Greek (Liddell-Scott)
πινᾰκίς: -ίδος, ἡ, = πινάκιον Ι. 4, Φιλύλλιος ἐν «Πόλεσι» 3, Μάχων παρ’ Ἀθην. 582C. 2) ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ δέλτοι, πινακίδες, Λατ. codicilli, Πλουτ. Τ. Γράκχ. 6, ὁ αὐτ. 2. 47Ε. ΙΙ. εἶδος ὀρχήσεως, Ἀθήν. 629F, Πολυδ. Δ΄ 103.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
tablette pour écrire.
Étymologie: πίναξ.