συντελής: Difference between revisions
μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them
(6_14) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συντελής''': ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· [[ἕκτος]] καὶ [[δέκατος]] σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς [[αὐτόθι]] 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. [[Πολυδ]]. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., [[[οὔτε]]] Πάρις..., [[οὔτε]] σ. [[πόλις]], [[οὔτε]] ὁ Πάρις... [[οὔτε]] ἡ μετ’ [[αὐτοῦ]] συνδεδεμένη [[πόλις]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. [[καθόλου]], συνεργῶν μετά τινος, ἡ [[κοιλία]] καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, [[ὑποτελής]], πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙΙ 2. | |lstext='''συντελής''': ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· [[ἕκτος]] καὶ [[δέκατος]] σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς [[αὐτόθι]] 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. [[Πολυδ]]. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., [[[οὔτε]]] Πάρις..., [[οὔτε]] σ. [[πόλις]], [[οὔτε]] ὁ Πάρις... [[οὔτε]] ἡ μετ’ [[αὐτοῦ]] συνδεδεμένη [[πόλις]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. [[καθόλου]], συνεργῶν μετά τινος, ἡ [[κοιλία]] καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, [[ὑποτελής]], πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙΙ 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />membre d’une association de contribuables (v. [[συντέλεια]]) payant la taxe en commun ; <i>fig.</i> qui expie avec.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τέλος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:09, 9 August 2017
English (LSJ)
ὁ, ἡ, and συντελ-ής, ές,
A joining in the payment of taxes, etc., contributor, Antipho Fr.56; ἕκτος καὶ δέκατος σ. D.18.104; οὐδὲ τριηράρχους ἔτ' ὠνόμαζον ἑαυτούς, ἀλλὰ συντελεῖς ibid.; διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε σ. Id.21.155, cf. Poll.8.156; σ. τινός with another, IG22.1631.525, al.: c. dat., αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῖς οὖσαι ἀπέδοσαν ib.12.214.24: metaph., Πάρις... οὔτε σ. πόλις neither Paris nor his associate city, A.Ag.532; θεοὺς τοὺς συμβώμους καὶ σ. Sammelb.7470.7 (iii/ii B.C.). II generally, contributory, ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια Arist. PA674a22: cf. συντελέω 11.2. III united to a state, Σηλυμβρίαν ὡς αὑτοὺς συντελῆ ποιεῖν D.15.26; οἱ συντελεῖς Aristid.1.141 J. IV τὸ παρῳχημένον καὶ σ. τοῦ χρόνου past and completed time, opp. παράτασις, A.D.Synt.252.9.
Greek (Liddell-Scott)
συντελής: ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· ἕκτος καὶ δέκατος σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς αὐτόθι 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. Πολυδ. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., [[[οὔτε]]] Πάρις..., οὔτε σ. πόλις, οὔτε ὁ Πάρις... οὔτε ἡ μετ’ αὐτοῦ συνδεδεμένη πόλις, Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. καθόλου, συνεργῶν μετά τινος, ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. συντελέω ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, ὑποτελής, πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. συντελέω ΙΙΙ 2.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
membre d’une association de contribuables (v. συντέλεια) payant la taxe en commun ; fig. qui expie avec.
Étymologie: σύν, τέλος.