τρανότης: Difference between revisions
From LSJ
(6_12) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρᾱνότης''': -ητος, ἡ, ἡ [[ἰδιότης]] τοῦ τρανοῦ, [[σαφήνεια]], [[εὐκρίνεια]], [[καθαριότης]] (φωνῆς ἢ ἀκοῆς), Πλούτ. 2. 720Ε, Φίλων, κλπ. | |lstext='''τρᾱνότης''': -ητος, ἡ, ἡ [[ἰδιότης]] τοῦ τρανοῦ, [[σαφήνεια]], [[εὐκρίνεια]], [[καθαριότης]] (φωνῆς ἢ ἀκοῆς), Πλούτ. 2. 720Ε, Φίλων, κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ητος (ἡ) :<br />clarté, éclat (du son).<br />'''Étymologie:''' [[τρανός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:11, 9 August 2017
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A clearness, plainness, Ph. 2.185, Muson.Fr.4p.19H., Plu.2.720e: pl., τῆς σελήνης Ph.2.61, cf. Plot. 1.4.3.
Greek (Liddell-Scott)
τρᾱνότης: -ητος, ἡ, ἡ ἰδιότης τοῦ τρανοῦ, σαφήνεια, εὐκρίνεια, καθαριότης (φωνῆς ἢ ἀκοῆς), Πλούτ. 2. 720Ε, Φίλων, κλπ.
French (Bailly abrégé)
ητος (ἡ) :
clarté, éclat (du son).
Étymologie: τρανός.