ἑκκαίδεκα: Difference between revisions
From LSJ
οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύ → good is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity
(21) |
(21) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>indécl.</i><br />seize.<br />'''Étymologie:''' [[ἕξ]], [[καί]], [[δέκα]]. | |btext=<i>indécl.</i><br />seize.<br />'''Étymologie:''' [[ἕξ]], [[καί]], [[δέκα]]. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[ἑκκαίδεκα]] <br /> <b>1</b> [[sixteen]] ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν ([[join]] [[with]] νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19) | |||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=[[ἑκκαίδεκα]] <br /> <b>1</b> [[sixteen]] ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν ([[join]] [[with]] νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19) | |sltr=[[ἑκκαίδεκα]] <br /> <b>1</b> [[sixteen]] ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν ([[join]] [[with]] νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19) | ||
}} | }} |
Revision as of 14:02, 17 August 2017
English (LSJ)
οἱ, αἱ, τά, indecl.,
A sixteen, Hdt.2.13, etc.
German (Pape)
[Seite 761] indecl., sechszehn, Plat. u. Folgde; für eine unbestimmte Menge, Luc. D. D. 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκκαίδεκα: οἱ, αἱ, τά, ἄκλ. = δεκαέξ, Λατ. sedecim, Ἡρόδ. 2. 13, κτλ.
French (Bailly abrégé)
indécl.
seize.
Étymologie: ἕξ, καί, δέκα.
English (Slater)
ἑκκαίδεκα
1 sixteen ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν (join with νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19)
English (Slater)
ἑκκαίδεκα
1 sixteen ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν (join with νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19)