διακερτομέω: Difference between revisions

From LSJ

χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.

Source
(6_7)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διακερτομέω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[κερτομέω]], περιπαίζω, [[ἐμπαίζω]], περιγελῶ, Δίων Κ. 43. 20.
|lstext='''διακερτομέω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[κερτομέω]], περιπαίζω, [[ἐμπαίζω]], περιγελῶ, Δίων Κ. 43. 20.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[burlarse]], [[mofarse de]] τὴν παρὰ τῷ τῆς Βιθυνίας βασιλεύσαντι διατριβὴν ... διεκερτόμησαν D.C.43.20.2.
}}
}}

Revision as of 11:59, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διακερτομέω Medium diacritics: διακερτομέω Low diacritics: διακερτομέω Capitals: ΔΙΑΚΕΡΤΟΜΕΩ
Transliteration A: diakertoméō Transliteration B: diakertomeō Transliteration C: diakertomeo Beta Code: diakertome/w

English (LSJ)

strengthd. for κερτομέω,

   A to mock at, D.C.43.20.

German (Pape)

[Seite 581] verspotten, D. Cass. 43, 20.

Greek (Liddell-Scott)

διακερτομέω: ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ κερτομέω, περιπαίζω, ἐμπαίζω, περιγελῶ, Δίων Κ. 43. 20.

Spanish (DGE)

burlarse, mofarse de τὴν παρὰ τῷ τῆς Βιθυνίας βασιλεύσαντι διατριβὴν ... διεκερτόμησαν D.C.43.20.2.