δεσποτεία: Difference between revisions Search Google

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source
(Bailly1_1)
(big3_10)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />pouvoir absolu, despotisme.<br />'''Étymologie:''' [[δεσπότης]].
|btext=ας (ἡ) :<br />pouvoir absolu, despotisme.<br />'''Étymologie:''' [[δεσπότης]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[poder del amo]] sobre los esclavos, [[dominio]], [[potestad]] αὐτὴ δὲ δ. αὐτῆς δουλείας ἐστὶν ὅ ἐστι el dominio en sí es lo que es en relación con la servidumbre en sí</i> Pl.<i>Prm</i>.133e, cf. Arist.<i>Pol</i>.1253<sup>b</sup>18, 1255<sup>b</sup>16, 1278<sup>b</sup>18, σωμάτων δ. poder sobre los esclavos</i> Vett.Val.38.14, Ἕλληνα νεανίσκον, ὑπεραίροντα τὴν ἐμὴν δεσποτείαν un joven griego que excede mi potestad</i>, e.e., que es demasiado hermoso para ser mi esclavo, Hld.5.9.2<br /><b class="num">•</b>del marido sobre la mujer ἡ μὲν γυνὴ ... ἐνδεξαμένη ... ἀφαίρεσιν ἐλευθερίας καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ συνόντος ἀνδρὸς δεσποτείαν Ph.1.40.<br /><b class="num">2</b> [[poder absoluto]], [[despotismo]], [[tiranía]] διὰ τὴν σφόδρα δουλείαν τε καὶ δεσποτείαν Pl.<i>Lg</i>.698a, cf. Lib.<i>Or</i>.25.70, βαρβαρικῆς δεσποτείας ἀπαλλαγέντες Isoc.5.154, τῆς Ῥωμαίων ἀπαλλαξόμενοι δεσποτείας I.<i>BI</i> 7.76, cf. D.C.58.12.4, ὁ μὲν Λεωσθένης ... παρεκάλει ... τῆς τῶν Μακεδόνων δεσποτείας ἐλευθερῶσαι τὴν Ἐλλάδα D.S.18.9, cf. 3.2, 13.93, ἐκεῖνοι μεγάλοι μετὰ τῆς ὀλιγαρχίας καὶ δεσποτείας εἰσί D.20.111<br /><b class="num">•</b>[[soberanía]], [[señorío]], [[autoridad]], [[poderío]] ἄλλα τῶν εἰρημένων πλείω τὸ ἐχυρόν σου τῆς δεσποτείας ἀφαιρεῖται otras cosas más numerosas que las dichas socavan la firmeza de tu señorío</i> Ph.1.151, δώσει τῇ πρ[ο] ειρημένῃ δεσποτείᾳ πεντακισχε[ίλια (δηνάρια) pagará a dicha autoridad cinco mil denarios</i>, <i>IEphesos</i> 3458b.9<br /><b class="num">•</b>de dioses ὁ μὲν οὖν Πλούτων ... καὶ ἡ Περσεφόνη ... τὴν τῶν ὅλων δεσποτείαν ἔχουσιν Luc.<i>Luct</i>.6<br /><b class="num">•</b>en lit. jud. crist. LXX <i>Ps</i>.144.13, de la Trinidad μία θεότης, μία δ., μία κυριότης Epiph.Const.<i>Haer</i>.57.4.10, cf. <i>CChalc</i>.(451) <i>Act</i>.5.34.<br /><b class="num">3</b> [[autoridad del emperador]], [[poder imperial]] ἔδωκέ τε γεωργοῦσιν ἀτέλειαν πάντων ... καὶ ... δεσποτείας ἀμεριμνίαν Hdn.2.4.6.<br /><b class="num">II</b> [[propiedad]] legal δικαίῳ δεσποτίας por derecho de propiedad</i> prob. trad. de lat. <i>iure dominii</i>, <i>PYoutie</i> 65.30 (III d.C.), cf. <i>PTeb</i>.335.6 (III d.C.), ἐποίκιον, ... οὗ] τὴν δεσποτείαν ἔσχον [[ἀεί]] <i>PTeb</i>.335.5 (III d.C.), cf. <i>PWash.Univ</i>.40.17 (V/VI d.C.), <i>PMasp</i>.314.5 (VI d.C.), τὴν δὲ ἐξουσίαν τῶν ὑπερῴων πάντων πᾶσαν καὶ τὴν <δ>εσποτείαν ἔχειν ἐμέ <i>CIIud</i>.1.694.19 (Estobi II d.C.?), cf. <i>POxy</i>.67.19 (IV d.C.), μενούσης μοι τῆς κυριείας καὶ δεσποτήας (<i>sic</i>) [τῶ] ν δηλουμένων τόπων <i>BGU</i> 1187.32 (I a.C.), cf. Eus.<i>VC</i> 2.36, <i>PGrenf</i>.2.74.12 (IV d.C.), <i>IChr.M</i>.13.7 (V/VI d.C.), ἡ τῶν μητρῴων πραγμάτων δ. <i>PMasp</i>.26.15 (VI d.C.), τῆς προγαμιαίας δωρεᾶς τὴν δεσποτείαν τῇ γυναικὶ διαφέρειν Iust.<i>Nou</i>.117.8.2.<br /><b class="num">III</b> biz., como tratamiento honoríf. [[señoría]] de obispos y dignatarios religiosos ἡ ὑμετέρα πατρικὴ καὶ ὁσία δ. <i>PZilliac</i>.14.1 (VI d.C.), cf. <i>PHerm.Rees</i> 16.6 (V d.C.), ἡ ὑμετέρα μεγαλοπρεπὴς καὶ θεοφύλακτος πατρικὴ δ. <i>PLond</i>.1075.2 (VII d.C.), de dignatarios civiles ἡ ὑμετέρα περίβλεπτος δ. <i>PAnt</i>.94.1 (VI d.C.), ἡ ὑπερφυὴς ὑμῶν καὶ [[ἔνδοξος]] δ. <i>PMasp</i>.4.6 (VI d.C.), ἡ ὑμετέρα ἀδελφικὴ δ. <i>PAnt</i>.95.1 (VI d.C.), del emperador ἡ ἡμερωτάτη ὑμῶν δ. Sym.Styl.Iun.<i>Ep.Iust</i>.M.86.3217C.
}}
}}

Revision as of 12:01, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεσποτεία Medium diacritics: δεσποτεία Low diacritics: δεσποτεία Capitals: ΔΕΣΠΟΤΕΙΑ
Transliteration A: despoteía Transliteration B: despoteia Transliteration C: despoteia Beta Code: despotei/a

English (LSJ)

ἡ,

   A the power of a master over slaves, or the relation of master to slaves, Pl.Prm.133e, Arist.Pol.1253b18, 1278b32; of husband over wife, Ph.1.40, cf.151.    2 absoluterule, despotism, Pl.Lg. 698a, Luc.Luct.6; δ. βαρβαρική Isoc.5.154.    II ownership, BGU 1187.32 (i B. C.), POxy.67.10 (iv A. D.), Just.Nov.2.2Pr.

German (Pape)

[Seite 551] ἡ, die unumschränkte Herrschaft, wie sie der Perserkönig hat, dah. βαρβαρική Isocr. 5, 154; Plat. Legg. III, 698 a; Ggstz δουλεία Parm. 133 e u. Sp., wie Luc. luct. 5.

Greek (Liddell-Scott)

δεσποτεία: ἡ, ἡ ἐξουσία τοῦ κυρίου ἐπὶ τῶν δούλων, ἢ ἡ σχέσις τοῦ δεσπότου πρὸς τοὺς δούλους, Ἀριστ. Πολ. 1. 3, 4, 3. 6, 3 (πρβλ. δεσποτικός). 2) ἀπόλυτος ἀρχή, δεσποτισμός, ἰδίως ἐπὶ τῶν Ἀσιατῶν, Πλάτ. Νόμ. 698, Ἰσοκρ. 113D, Συλλ. Ἐπιγρ. 127. 28. ΙΙ. ὡς Βυζ. δικανικὸς ὅρος, ἀπόλυτος κυριότης, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ χρῆσις (ὅτε τις ἠδύνατο νὰ καρπῶται πρᾶγμά τι, μὴ ἔχων ὅμως κυριότητα ἐπ’ αὐτοῦ).

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
pouvoir absolu, despotisme.
Étymologie: δεσπότης.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
I 1poder del amo sobre los esclavos, dominio, potestad αὐτὴ δὲ δ. αὐτῆς δουλείας ἐστὶν ὅ ἐστι el dominio en sí es lo que es en relación con la servidumbre en sí Pl.Prm.133e, cf. Arist.Pol.1253b18, 1255b16, 1278b18, σωμάτων δ. poder sobre los esclavos Vett.Val.38.14, Ἕλληνα νεανίσκον, ὑπεραίροντα τὴν ἐμὴν δεσποτείαν un joven griego que excede mi potestad, e.e., que es demasiado hermoso para ser mi esclavo, Hld.5.9.2
del marido sobre la mujer ἡ μὲν γυνὴ ... ἐνδεξαμένη ... ἀφαίρεσιν ἐλευθερίας καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ συνόντος ἀνδρὸς δεσποτείαν Ph.1.40.
2 poder absoluto, despotismo, tiranía διὰ τὴν σφόδρα δουλείαν τε καὶ δεσποτείαν Pl.Lg.698a, cf. Lib.Or.25.70, βαρβαρικῆς δεσποτείας ἀπαλλαγέντες Isoc.5.154, τῆς Ῥωμαίων ἀπαλλαξόμενοι δεσποτείας I.BI 7.76, cf. D.C.58.12.4, ὁ μὲν Λεωσθένης ... παρεκάλει ... τῆς τῶν Μακεδόνων δεσποτείας ἐλευθερῶσαι τὴν Ἐλλάδα D.S.18.9, cf. 3.2, 13.93, ἐκεῖνοι μεγάλοι μετὰ τῆς ὀλιγαρχίας καὶ δεσποτείας εἰσί D.20.111
soberanía, señorío, autoridad, poderío ἄλλα τῶν εἰρημένων πλείω τὸ ἐχυρόν σου τῆς δεσποτείας ἀφαιρεῖται otras cosas más numerosas que las dichas socavan la firmeza de tu señorío Ph.1.151, δώσει τῇ πρ[ο] ειρημένῃ δεσποτείᾳ πεντακισχε[ίλια (δηνάρια) pagará a dicha autoridad cinco mil denarios, IEphesos 3458b.9
de dioses ὁ μὲν οὖν Πλούτων ... καὶ ἡ Περσεφόνη ... τὴν τῶν ὅλων δεσποτείαν ἔχουσιν Luc.Luct.6
en lit. jud. crist. LXX Ps.144.13, de la Trinidad μία θεότης, μία δ., μία κυριότης Epiph.Const.Haer.57.4.10, cf. CChalc.(451) Act.5.34.
3 autoridad del emperador, poder imperial ἔδωκέ τε γεωργοῦσιν ἀτέλειαν πάντων ... καὶ ... δεσποτείας ἀμεριμνίαν Hdn.2.4.6.
II propiedad legal δικαίῳ δεσποτίας por derecho de propiedad prob. trad. de lat. iure dominii, PYoutie 65.30 (III d.C.), cf. PTeb.335.6 (III d.C.), ἐποίκιον, ... οὗ] τὴν δεσποτείαν ἔσχον ἀεί PTeb.335.5 (III d.C.), cf. PWash.Univ.40.17 (V/VI d.C.), PMasp.314.5 (VI d.C.), τὴν δὲ ἐξουσίαν τῶν ὑπερῴων πάντων πᾶσαν καὶ τὴν <δ>εσποτείαν ἔχειν ἐμέ CIIud.1.694.19 (Estobi II d.C.?), cf. POxy.67.19 (IV d.C.), μενούσης μοι τῆς κυριείας καὶ δεσποτήας (sic) [τῶ] ν δηλουμένων τόπων BGU 1187.32 (I a.C.), cf. Eus.VC 2.36, PGrenf.2.74.12 (IV d.C.), IChr.M.13.7 (V/VI d.C.), ἡ τῶν μητρῴων πραγμάτων δ. PMasp.26.15 (VI d.C.), τῆς προγαμιαίας δωρεᾶς τὴν δεσποτείαν τῇ γυναικὶ διαφέρειν Iust.Nou.117.8.2.
III biz., como tratamiento honoríf. señoría de obispos y dignatarios religiosos ἡ ὑμετέρα πατρικὴ καὶ ὁσία δ. PZilliac.14.1 (VI d.C.), cf. PHerm.Rees 16.6 (V d.C.), ἡ ὑμετέρα μεγαλοπρεπὴς καὶ θεοφύλακτος πατρικὴ δ. PLond.1075.2 (VII d.C.), de dignatarios civiles ἡ ὑμετέρα περίβλεπτος δ. PAnt.94.1 (VI d.C.), ἡ ὑπερφυὴς ὑμῶν καὶ ἔνδοξος δ. PMasp.4.6 (VI d.C.), ἡ ὑμετέρα ἀδελφικὴ δ. PAnt.95.1 (VI d.C.), del emperador ἡ ἡμερωτάτη ὑμῶν δ. Sym.Styl.Iun.Ep.Iust.M.86.3217C.