ἀντιπαρεξετάζω: Difference between revisions

From LSJ

οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills | men are not right in hating death, which is the greatest succour from our many ills

Source
(6_1)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιπαρεξετάζω''': [[ἀντιπαραβάλλω]] τι πρὸς ἕτερον καὶ [[ἐξετάζω]] αὐτό, Διον. Ἁλ. 3. 11: - Οὐσιαστ., -[[παρεξέτασις]], ἡ, Εὐστ. Πονημ. 255. 40.
|lstext='''ἀντιπαρεξετάζω''': [[ἀντιπαραβάλλω]] τι πρὸς ἕτερον καὶ [[ἐξετάζω]] αὐτό, Διον. Ἁλ. 3. 11: - Οὐσιαστ., -[[παρεξέτασις]], ἡ, Εὐστ. Πονημ. 255. 40.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[comparar]] τοὺς βίους τῶν πόλεων ... ἀλλήλοις D.H.3.11.3, τὴν πρώτην καὶ τὴν ὀγδόην βύβλον ... ἀλλήλαις D.H.<i>Th</i>.16.
}}
}}

Revision as of 12:14, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπαρεξετάζω Medium diacritics: ἀντιπαρεξετάζω Low diacritics: αντιπαρεξετάζω Capitals: ΑΝΤΙΠΑΡΕΞΕΤΑΖΩ
Transliteration A: antiparexetázō Transliteration B: antiparexetazō Transliteration C: antipareksetazo Beta Code: a)ntipareceta/zw

English (LSJ)

   A compare, τοὺς βίους τῶν πόλεων ἀλλήλοις D.H.3.11; βύβλον βίβλῳ Id.Th. 16.

German (Pape)

[Seite 257] dagegen untersuchen, vergleichen, Dion. Hal. 3, 11, öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπαρεξετάζω: ἀντιπαραβάλλω τι πρὸς ἕτερον καὶ ἐξετάζω αὐτό, Διον. Ἁλ. 3. 11: - Οὐσιαστ., -παρεξέτασις, ἡ, Εὐστ. Πονημ. 255. 40.

Spanish (DGE)

comparar τοὺς βίους τῶν πόλεων ... ἀλλήλοις D.H.3.11.3, τὴν πρώτην καὶ τὴν ὀγδόην βύβλον ... ἀλλήλαις D.H.Th.16.