ψευδοπροφήτης: Difference between revisions

From LSJ

τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion

Source
(6_19)
(strοng)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ψευδοπροφήτης''': -ου, ὁ, [[ψευδὴς]] ἢ [[ψευδόμενος]] [[προφήτης]], Κλήμ. Ἀλ. 368, Ὠριγέν. τ. 3, σ. 781D, Ἱω. Δαμασκ. τ. 1, σ. 88D, κλπ.· θηλ. -ῆτις, ιδος, Εὐσέβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 4. 27. - Ἐπίθ. -ητικός, ή, όν, τὸ ψευδοπροφητικὸν [[πνεῦμα]] [[αὐτόθι]] 5. 16, 5.
|lstext='''ψευδοπροφήτης''': -ου, ὁ, [[ψευδὴς]] ἢ [[ψευδόμενος]] [[προφήτης]], Κλήμ. Ἀλ. 368, Ὠριγέν. τ. 3, σ. 781D, Ἱω. Δαμασκ. τ. 1, σ. 88D, κλπ.· θηλ. -ῆτις, ιδος, Εὐσέβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 4. 27. - Ἐπίθ. -ητικός, ή, όν, τὸ ψευδοπροφητικὸν [[πνεῦμα]] [[αὐτόθι]] 5. 16, 5.
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[ψευδής]] and [[προφήτης]]; a [[spurious]] [[prophet]], i.e. [[pretended]] foreteller or [[religious]] impostor: false [[prophet]].
}}
}}

Revision as of 17:49, 25 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδοπροφήτης Medium diacritics: ψευδοπροφήτης Low diacritics: ψευδοπροφήτης Capitals: ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΗΣ
Transliteration A: pseudoprophḗtēs Transliteration B: pseudoprophētēs Transliteration C: psevdoprofitis Beta Code: yeudoprofh/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A false, lying prophet, J.AJ9.6.6, al., 2 Ep.Pet.2.1, Ph.2.343, etc.

German (Pape)

[Seite 1395] ὁ, falscher Prophet, Lügenprophet, Sp., wie Ev. Matth. 7, 15.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδοπροφήτης: -ου, ὁ, ψευδὴςψευδόμενος προφήτης, Κλήμ. Ἀλ. 368, Ὠριγέν. τ. 3, σ. 781D, Ἱω. Δαμασκ. τ. 1, σ. 88D, κλπ.· θηλ. -ῆτις, ιδος, Εὐσέβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 4. 27. - Ἐπίθ. -ητικός, ή, όν, τὸ ψευδοπροφητικὸν πνεῦμα αὐτόθι 5. 16, 5.

English (Strong)

from ψευδής and προφήτης; a spurious prophet, i.e. pretended foreteller or religious impostor: false prophet.