αλετρίβανος: Difference between revisions
From LSJ
(2) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀλετρίβανος]], ο (Α)<br />αυτό που αλέθει και τρίβει, το [[γουδοχέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἀλετρίβανος]], ο (Α)<br />αυτό που αλέθει και τρίβει, το [[γουδοχέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Δημώδης τ., που δηλώνει [[εργαλείο]]<br />η λ. [[είναι]] σύνθετη<br />το β' συνθετικό της λ. συνδέεται με το ρ. [[τρίβω]], πιθανότατο με [[επίδραση]] της λ. [[κρίβανος]] (<i>κλίβα</i>-<i>νος</i>). Το α' συνθ. όμως δημιουργεί προβλήματα<br />[[είναι]] πιθ. να συνδέεται με το ρ. <i>ἀλῶ</i> «[[αλέθω]]». Σύμφωνα με [[άλλη]] [[άποψη]], ορθότερο; [[είναι]] ο τ. [[ἁλοτρίβανος]] του Ευσταθίου, [[οπότε]] το α' συνθ. της λ. συνδέεται με το ουσ. <i>ἅλς</i>-<i>λός</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 23:05, 29 December 2020
Greek Monolingual
ἀλετρίβανος, ο (Α)
αυτό που αλέθει και τρίβει, το γουδοχέρι.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Δημώδης τ., που δηλώνει εργαλείο
η λ. είναι σύνθετη
το β' συνθετικό της λ. συνδέεται με το ρ. τρίβω, πιθανότατο με επίδραση της λ. κρίβανος (κλίβα-νος). Το α' συνθ. όμως δημιουργεί προβλήματα
είναι πιθ. να συνδέεται με το ρ. ἀλῶ «αλέθω». Σύμφωνα με άλλη άποψη, ορθότερο; είναι ο τ. ἁλοτρίβανος του Ευσταθίου, οπότε το α' συνθ. της λ. συνδέεται με το ουσ. ἅλς-λός].