ευάντης: Difference between revisions

From LSJ

ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do

Source
(14)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\...)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐάντης]], εὔαντες και [[εὐαντής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> ευκολοσυνάντητος, [[ευπρόσιτος]], ευκολοπλησίαστος<br /><b>2.</b> [[ευμενής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>άντης</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>εξ</i>-<i>άντης</i>, <i>αν</i>-<i>άντης</i>, <i>προσ</i>-<i>άντης</i>) <span style="color: red;"><</span> θ. -<i>αντ</i>-<i>εσ</i>- <span style="color: red;"><</span> <i>αντ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[άντα]], [[άντην]], [[αντί]])].
|mltxt=[[εὐάντης]], εὔαντες και [[εὐαντής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> ευκολοσυνάντητος, [[ευπρόσιτος]], ευκολοπλησίαστος<br /><b>2.</b> [[ευμενής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>άντης</i> ([[πρβλ]]. [[εξάντης]], [[ανάντης]], [[προσάντης]]) <span style="color: red;"><</span> θ. -<i>αντ</i>-<i>εσ</i>- <span style="color: red;"><</span> <i>αντ</i>- ([[πρβλ]]. [[άντα]], [[άντην]], [[αντί]])].
}}
}}

Latest revision as of 17:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

εὐάντης, εὔαντες και εὐαντής, -ές (Α)
1. ευκολοσυνάντητος, ευπρόσιτος, ευκολοπλησίαστος
2. ευμενής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -άντης (πρβλ. εξάντης, ανάντης, προσάντης) < θ. -αντ-εσ- < αντ- (πρβλ. άντα, άντην, αντί)].