οκτάκογχος: Difference between revisions

From LSJ

κύματα θαρσαλέως ποντοπόρει βιότου → the waves of life make bold furrows, travel boldly over the waves of life

Source
(28)
 
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὀκτάκογχος, -ον (Μ)<br />αυτός που έχει [[οκτώ]] κόγχες («ὀκτάκογχος ὑδάτων δοχεῑον», Λέων Μαγ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[κόγχη]] / [[κόγχος]] «μικρό [[μέτρο]] για υγρά»].
|mltxt=ὀκτάκογχος, -ον (Μ)<br />αυτός που έχει [[οκτώ]] κόγχες («ὀκτάκογχος ὑδάτων δοχεῖον», Λέων Μαγ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[κόγχη]] / [[κόγχος]] «μικρό [[μέτρο]] για υγρά»].
}}
}}

Latest revision as of 10:22, 24 August 2022

Greek Monolingual

ὀκτάκογχος, -ον (Μ)
αυτός που έχει οκτώ κόγχες («ὀκτάκογχος ὑδάτων δοχεῖον», Λέων Μαγ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + κόγχη / κόγχος «μικρό μέτρο για υγρά»].