Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ουρανόχρους: Difference between revisions

From LSJ

Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσοςMedicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last

Menander, Monostichoi, 268
(30)
 
mNo edit summary
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν (Α οὐρανόχρους, -ουν και -οος, -οον και οὐρανόχρως, -ων)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] ή τη [[φωτεινότητα]] του ουρανού, [[γαλάζιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ουρανο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χρώς]], [[χροός]] «[[επιδερμίδα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>θαλασσό</i>-<i>χρους</i>)].
|mltxt=-ουν (Α [[οὐρανόχρους]], -ουν και -οος, -οον και [[οὐρανόχρως]], -ων)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] ή τη [[φωτεινότητα]] του ουρανού, [[γαλάζιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ουρανο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χρώς]], [[χροός]] «[[επιδερμίδα]]» (<b>πρβλ.</b> [[θαλασσόχρους]])].
}}
}}
==English==
[[sky-coloured]], [[sky-colored]]

Latest revision as of 10:55, 27 January 2019

Greek Monolingual

-ουν (Α οὐρανόχρους, -ουν και -οος, -οον και οὐρανόχρως, -ων)
αυτός που έχει το χρώμα ή τη φωτεινότητα του ουρανού, γαλάζιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + χρώς, χροός «επιδερμίδα» (πρβλ. θαλασσόχρους)].

English

sky-coloured, sky-colored