εὐάγων: Difference between revisions
ὦ διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity
(2b) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=evagon | |Transliteration C=evagon | ||
|Beta Code=eu)a/gwn | |Beta Code=eu)a/gwn | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ, [[of successful contests]], τιμά Pi.''N.''10.38. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1055.png Seite 1055]] ωνος, τιμά, durch Kampf verherrlicht, Pind. N. 10, 38. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1055.png Seite 1055]] ωνος, τιμά, durch Kampf verherrlicht, Pind. N. 10, 38. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐάγων:''' ωνος (ᾰ) adj. добытый в успешных состязаниях ([[τιμά]] Pind.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[εὐάγων]], ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («[[εὐάγων]] τιμά» — η [[τιμή]] για τους επιτυχείς αγώνες, <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[αγών]]]. | |mltxt=[[εὐάγων]], ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («[[εὐάγων]] τιμά» — η [[τιμή]] για τους επιτυχείς αγώνες, <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[αγών]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:01, 25 August 2023
English (LSJ)
[ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ, of successful contests, τιμά Pi.N.10.38.
German (Pape)
[Seite 1055] ωνος, τιμά, durch Kampf verherrlicht, Pind. N. 10, 38.
Russian (Dvoretsky)
εὐάγων: ωνος (ᾰ) adj. добытый в успешных состязаниях (τιμά Pind.).
Greek (Liddell-Scott)
εὐάγων: ᾰ ωνος, ὁ, ἡ, ἐπὶ ἐπιτυχῶν ἀγώνων, εὐάγων τιμά, «ἡ ἐπὶ τοῖς ἀγῶσι τοῖς εὖ ἀγωνισθεῖσιν, ἢ εὖ καὶ καλῶς, τιμή» (Σχόλ.), Πινδ. Ν. 10. 71.
English (Slater)
εὐᾰγων
&nbnbsp;1 of successful contests ἕπεται δὲ (ἐπέβα coni. Wil.), Θεαῖε, ματρώων πολύγνωτον γένος ὑμετέρων εὐάγων τιμὰ (N. 10.38)
Greek Monolingual
εὐάγων, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («εὐάγων τιμά» — η τιμή για τους επιτυχείς αγώνες, Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αγών].