τιτανοκτόνος: Difference between revisions

From LSJ

ὤδινεν ὄρος, Ζεὺς δ' ἐφοβεῖτο, τὸ δ' ἔτεκεν μῦν → the mountain was in laboreven Zeus was afraid — but gave birth to a mouse

Source
(4b)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που επιφέρει τον θάνατο στους Τιτάνες («[[ὅπλον]]... μέγα Τιτανοκτόνον», Βατραχομ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>Τιτᾶνες</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>παιδο</i>-[[κτόνος]].
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που επιφέρει τον θάνατο στους Τιτάνες («[[ὅπλον]]... μέγα Τιτανοκτόνον», Βατραχομ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>Τιτᾶνες</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), [[πρβλ]]. [[παιδοκτόνος]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''τῑτᾱνοκτόνος:''' ὁ титаноубиица Batr.
|elrutext='''τῑτᾱνοκτόνος:''' ὁ [[титаноубиица]] Batr.
}}
}}

Latest revision as of 10:20, 23 August 2022

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
meurtrier ou destructeur des Titans.
Étymologie: Τιτάν, κτείνω.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που επιφέρει τον θάνατο στους Τιτάνες («ὅπλον... μέγα Τιτανοκτόνον», Βατραχομ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τιτᾶνες + -κτονος (< κτόνος < κτείνω), πρβλ. παιδοκτόνος.

Russian (Dvoretsky)

τῑτᾱνοκτόνος:титаноубиица Batr.