сокрушать: Difference between revisions

From LSJ

Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes

Source
(7)
 
(DvTab)
 
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[λικμάω]], [[ἀλαπάζω]], [[θραύω]], [[συνάγνυμι]], [[ταράσσω]], [[ταράττω]], [[ἀποθρύπτω]], [[ῥαχίζω]], [[χαλέπτω]], [[ῥήγνυμι]], [[ῥηγνύω]], [[ῥαίω]], [[συνθραύω]], [[διαθρύπτω]], [[ὑπολύω]], [[καταλύω]], [[κατερείπω]], [[κατερειπόω]], [[συνθρανόω]], [[διασπάω]], [[τιτρώσκω]], [[τρώω]], [[ὑπερείπω]], [[καθαιρέω]], [[καταιρέω]], [[συνθρύπτω]], [[συναλοάω]]
|rueltext=[[σκεδάννυμι]], [[κακόω]], [[ἀναιρέω]], [[λικμάω]], [[ἀλαπάζω]], [[θραύω]], [[συνάγνυμι]], [[ταράσσω]], [[ταράττω]], [[ἀποθρύπτω]], [[ῥαχίζω]], [[χαλέπτω]], [[ῥήγνυμι]], [[ῥηγνύω]], [[ῥαίω]], [[συνθραύω]], [[διαθρύπτω]], [[ὑπολύω]], [[καταλύω]], [[κατερείπω]], [[κατερειπόω]], [[συνθρανόω]], [[διασπάω]], [[τιτρώσκω]], [[τρώω]], [[ὑπερείπω]], [[καθαιρέω]], [[καταιρέω]], [[συνθρύπτω]], [[συναλοάω]], [[συναράσσω]]
}}
}}

Latest revision as of 09:52, 15 October 2019