μεταμάζιος: Difference between revisions

From LSJ

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=metamazios
|Transliteration C=metamazios
|Beta Code=metama/zios
|Beta Code=metama/zios
|Definition=ον, (μαζός) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[between the breasts]], ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον <span class="bibl">Il.5.19</span>; τὸ μ. [[space between the breasts]], <span class="bibl">Anacreont.16.30</span>.</span>
|Definition=μεταμάζιον, ([[μαζός]]) [[between the breasts]], ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Il.5.19; τὸ μ. [[space between the breasts]], Anacreont.16.30.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0149.png Seite 149]] zwischen den Brüsten; ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0149.png Seite 149]] zwischen den Brüsten; ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[qui se trouve entre les seins]].<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[μαζός]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεταμάζιος:''' [[находящийся между сосками]] ([[στῆθος]] Hom.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταμάζιος''': -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν [[μέρος]], Ἀνακρεόντ. 16. 30.
|lstext='''μεταμάζιος''': -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν [[μέρος]], Ἀνακρεόντ. 16. 30.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui se trouve entre les seins.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[μαζός]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 23: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεταμάζιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[μεταξύ]] τών μαστών<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ μεταμάζιον</i><br />το [[μεταξύ]] τών μαστών [[μέρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μάζιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαζός]] «[[μαστός]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>επι</i>-<i>μάζιος</i>, <i>υπο</i>-<i>μάζιος</i>].
|mltxt=[[μεταμάζιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[μεταξύ]] τών μαστών<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ μεταμάζιον</i><br />το [[μεταξύ]] τών μαστών [[μέρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μάζιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαζός]] «[[μαστός]]»), [[πρβλ]]. [[επιμάζιος]], [[υπομάζιος]]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεταμάζιος:''' находящийся между сосками ([[στῆθος]] Hom.).
}}
}}

Latest revision as of 11:11, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταμάζιος Medium diacritics: μεταμάζιος Low diacritics: μεταμάζιος Capitals: ΜΕΤΑΜΑΖΙΟΣ
Transliteration A: metamázios Transliteration B: metamazios Transliteration C: metamazios Beta Code: metama/zios

English (LSJ)

μεταμάζιον, (μαζός) between the breasts, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Il.5.19; τὸ μ. space between the breasts, Anacreont.16.30.

German (Pape)

[Seite 149] zwischen den Brüsten; ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui se trouve entre les seins.
Étymologie: μετά, μαζός.

Russian (Dvoretsky)

μεταμάζιος: находящийся между сосками (στῆθος Hom.).

Greek (Liddell-Scott)

μεταμάζιος: -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν μέρος, Ἀνακρεόντ. 16. 30.

English (Autenrieth)

between the paps, μαζοί, Il. 5.19†.

Greek Monolingual

μεταμάζιος, -ον (Α)
1. αυτός που βρίσκεται μεταξύ τών μαστών
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μεταμάζιον
το μεταξύ τών μαστών μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + -μάζιος (< μαζός «μαστός»), πρβλ. επιμάζιος, υπομάζιος].