ἐμφυλλισμός: Difference between revisions

From LSJ

Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1, $2-$3")
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=emfyllismos
|Transliteration C=emfyllismos
|Beta Code=e)mfullismo/s
|Beta Code=e)mfullismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[engrafting]], [[side-graft]], <span class="bibl">Gp.10.75.1</span>.</span>
|Definition=ὁ, [[engrafting]], [[side-graft]], Gp.10.75.1.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />bot. [[injerto de lado]], [[lateral]] e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον <i>Gp</i>.10.76.7, op. [[ἐγκεντρισμός]] [[injerto en el interior]]’ del tronco <i>Gp</i>.10.75.3, 76.7<br /><b class="num">•</b>[[injerto por aproximación]] [[δεῖ]] πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. <i>Anecd.Plant</i>.2.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0820.png Seite 820]] ὁ, das Pfropfen zwischen Holz und Rinde, Geop.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0820.png Seite 820]] ὁ, das Pfropfen zwischen Holz und Rinde, Geop.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμφυλλισμός:''' ὁ с.-х. прививка Arst.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμφυλλισμός''': ἐγκεντρισμός, «ἐμβόλιασμα», Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 4, Γεωπ. 10. 75, 1.
|lstext='''ἐμφυλλισμός''': ἐγκεντρισμός, «ἐμβόλιασμα», Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 4, Γεωπ. 10. 75, 1.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />bot. [[injerto de lado]], [[lateral]] e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον <i>Gp</i>.10.76.7, op. [[ἐγκεντρισμός]] ‘injerto en el interior’ del tronco <i>Gp</i>.10.75.3, 76.7<br /><b class="num">•</b>[[injerto por aproximación]] [[δεῖ]] πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. <i>Anecd.Plant</i>.2.2.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐμφυλλισμός]], ο (AM)<br />η ενοφθάλμιση, ο [[εγκεντρισμός]], το [[μπόλιασμα]] μοσχεύματος σ' ένα [[δένδρο]].
|mltxt=[[ἐμφυλλισμός]], ο (AM)<br />η ενοφθάλμιση, ο [[εγκεντρισμός]], το [[μπόλιασμα]] μοσχεύματος σ' ένα [[δένδρο]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμφυλλισμός:''' ὁ с.-х. прививка Arst.
}}
}}

Latest revision as of 12:21, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφυλλισμός Medium diacritics: ἐμφυλλισμός Low diacritics: εμφυλλισμός Capitals: ΕΜΦΥΛΛΙΣΜΟΣ
Transliteration A: emphyllismós Transliteration B: emphyllismos Transliteration C: emfyllismos Beta Code: e)mfullismo/s

English (LSJ)

ὁ, engrafting, side-graft, Gp.10.75.1.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
bot. injerto de lado, lateral e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον Gp.10.76.7, op. ἐγκεντρισμόςinjerto en el interior’ del tronco Gp.10.75.3, 76.7
injerto por aproximación δεῖ πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. Anecd.Plant.2.2.

German (Pape)

[Seite 820] ὁ, das Pfropfen zwischen Holz und Rinde, Geop.

Russian (Dvoretsky)

ἐμφυλλισμός: ὁ с.-х. прививка Arst.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμφυλλισμός: ἐγκεντρισμός, «ἐμβόλιασμα», Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 4, Γεωπ. 10. 75, 1.

Greek Monolingual

ἐμφυλλισμός, ο (AM)
η ενοφθάλμιση, ο εγκεντρισμός, το μπόλιασμα μοσχεύματος σ' ένα δένδρο.