γαληνισμός: Difference between revisions

From LSJ

συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)

Menander, Monostichoi, 440
(4)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=galinismos
|Transliteration C=galinismos
|Beta Code=galhnismo/s
|Beta Code=galhnismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">calming</b>, <span class="bibl">Epicur.<span class="title">Ep.</span>1p.32U.</span>; <b class="b2">calming</b> of the conscience, <span class="bibl">Arist. <span class="title">Ep.</span>5</span>.</span>
|Definition=ὁ, [[calming]], Epicur.''Ep.''1p.32U.; [[calming]] of the conscience, Arist. ''Ep.''5.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[serenidad del espíritu]], Arist.<i>Ep</i>.6, Epicur.<i>Ep</i>.[2] 83.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0471.png Seite 471]] ὁ, Ruhe, Epicur. bei D. L. 10, 83.
}}
{{elru
|elrutext='''γᾰληνισμός:''' ὁ Diog. L. = [[γαλήνη]] 1, 2, 3.
}}
{{ls
|lstext='''γαληνισμός''': ὁ, [[γαλήνη]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 83.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο<br />το ιατρικό [[σύστημα]] του Γαληνού, το οποίο βασίζεται στη [[θεωρία]] τών τεσσάρων χυμών, τών τριών βασικών ποιοτήτων και τών τριών πνευμάτων.<br /><b>(II)</b><br />[[γαληνισμός]], ο (Α) [[γαληνίζω]]<br />η [[καταπράυνση]], η [[καθησύχαση]].
}}
}}

Latest revision as of 11:36, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γᾰληνισμός Medium diacritics: γαληνισμός Low diacritics: γαληνισμός Capitals: ΓΑΛΗΝΙΣΜΟΣ
Transliteration A: galēnismós Transliteration B: galēnismos Transliteration C: galinismos Beta Code: galhnismo/s

English (LSJ)

ὁ, calming, Epicur.Ep.1p.32U.; calming of the conscience, Arist. Ep.5.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
serenidad del espíritu, Arist.Ep.6, Epicur.Ep.[2] 83.

German (Pape)

[Seite 471] ὁ, Ruhe, Epicur. bei D. L. 10, 83.

Russian (Dvoretsky)

γᾰληνισμός: ὁ Diog. L. = γαλήνη 1, 2, 3.

Greek (Liddell-Scott)

γαληνισμός: ὁ, γαλήνη, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 83.

Greek Monolingual

(I)
ο
το ιατρικό σύστημα του Γαληνού, το οποίο βασίζεται στη θεωρία τών τεσσάρων χυμών, τών τριών βασικών ποιοτήτων και τών τριών πνευμάτων.
(II)
γαληνισμός, ο (Α) γαληνίζω
η καταπράυνση, η καθησύχαση.