μεσόσφαιρος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=mesosfairos
|Transliteration C=mesosfairos
|Beta Code=meso/sfairos
|Beta Code=meso/sfairos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> <b class="b2">of middle globular size, Peripl. M.Rubr</b>.<span class="bibl">65</span>.</span>
|Definition=μεσόσφαιρον, of middle globular size, Peripl. M.Rubr.65.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεσόσφαιρος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[σχήμα]] σφαίρας μέτριου μεγέθους<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[μεσόσφαιρον]]<br />το μεσαίο [[είδος]] του ινδικού αρωματικού φυτού μαλαβάθρο, σε [[διάκριση]] από το μικρόσφαιρο και το αδρόσφαιρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>σφαιρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σφαίρα]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αδρό</i>-<i>σφαιρος</i>].
|mltxt=[[μεσόσφαιρος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[σχήμα]] σφαίρας μέτριου μεγέθους<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[μεσόσφαιρον]]<br />το μεσαίο [[είδος]] του ινδικού αρωματικού φυτού μαλαβάθρο, σε [[διάκριση]] από το μικρόσφαιρο και το αδρόσφαιρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>σφαιρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σφαίρα]]), [[πρβλ]]. [[αδρόσφαιρος]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:07, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσόσφαιρος Medium diacritics: μεσόσφαιρος Low diacritics: μεσόσφαιρος Capitals: ΜΕΣΟΣΦΑΙΡΟΣ
Transliteration A: mesósphairos Transliteration B: mesosphairos Transliteration C: mesosfairos Beta Code: meso/sfairos

English (LSJ)

μεσόσφαιρον, of middle globular size, Peripl. M.Rubr.65.

Greek (Liddell-Scott)

μεσόσφαιρος: -ον, ὁ ἔχων μέγεθος μεσαίας (μετρίας) σφαίρας, «ἐξινιάσαντες καλάμους... ἐπὶ λεπτὸν ἐπιδιπλώσαντες τὰ φύλλα καὶ σφαιροειδῆ ποιοῦντες διείρουσι ταῖς ἀπὸ τῶν καλάμων ἴναις· γίνεται δὲ γένη τρία τὸ ἁδρόσφαιρον, μαλάβαθρον λεγόμενον, ἐκ δὲ τοῦ ὑποδεεστέρου τὸ μεσόσφαιρον, ἐκ δὲ τοῦ μικροτέρου τὸ μικρόσφαιρον» Ἀρρ. Περίπλ. Ἐρυθρ. Θαλάσσ. σ. 38.

Greek Monolingual

μεσόσφαιρος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει σχήμα σφαίρας μέτριου μεγέθους
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μεσόσφαιρον
το μεσαίο είδος του ινδικού αρωματικού φυτού μαλαβάθρο, σε διάκριση από το μικρόσφαιρο και το αδρόσφαιρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + -σφαιρος (< σφαίρα), πρβλ. αδρόσφαιρος].