κακοσύνη: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Μ [[κακοσύνη]])<br /><b>μτφ.</b> η [[μεταβολή]] των καιρικών συνθηκών [[προς]] το χειρότερο, [[κακοκαιρία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[κακία]], [[έχθρα]]<br /><b>2.</b> [[οργή]], [[θυμός]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κακό]], κακή [[πράξη]]<br /><b>2.</b> σωματική [[κάκωση]], [[κακοποίηση]]<br /><b>3.</b> [[κακοτυχία]]<br /><b>4.</b> αντικανονική [[ενέργεια]], [[πράξη]] όχι σωστή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κακός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σύνη</i> ([[πρβλ]]. <i>καλο</i>-<i>σύνη</i>)].
|mltxt=η (Μ [[κακοσύνη]])<br /><b>μτφ.</b> η [[μεταβολή]] των καιρικών συνθηκών [[προς]] το χειρότερο, [[κακοκαιρία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[κακία]], [[έχθρα]]<br /><b>2.</b> [[οργή]], [[θυμός]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κακό]], κακή [[πράξη]]<br /><b>2.</b> σωματική [[κάκωση]], [[κακοποίηση]]<br /><b>3.</b> [[κακοτυχία]]<br /><b>4.</b> αντικανονική [[ενέργεια]], [[πράξη]] όχι σωστή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κακός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σύνη</i> ([[πρβλ]]. [[καλοσύνη]])].
}}
}}

Latest revision as of 06:54, 13 May 2023

German (Pape)

[Seite 1304] ἡ, das Uebel, Unglück, Sp.

Greek Monolingual

η (Μ κακοσύνη)
μτφ. η μεταβολή των καιρικών συνθηκών προς το χειρότερο, κακοκαιρία
νεοελλ.
1. κακία, έχθρα
2. οργή, θυμός
μσν.
1. κακό, κακή πράξη
2. σωματική κάκωση, κακοποίηση
3. κακοτυχία
4. αντικανονική ενέργεια, πράξη όχι σωστή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακός + κατάλ. -σύνη (πρβλ. καλοσύνη)].