λεμβουργός: Difference between revisions
From LSJ
Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο<br />[[ξυλουργός]] [[ειδικός]] στην [[κατασκευή]] και [[επισκευή]] λέμβων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέμβος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἔργον]]), [[πρβλ]]. | |mltxt=ο<br />[[ξυλουργός]] [[ειδικός]] στην [[κατασκευή]] και [[επισκευή]] λέμβων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέμβος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἔργον]]), [[πρβλ]]. [[δημιουργός]], [[στιχουργός]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:50, 23 August 2021
Greek Monolingual
ο
ξυλουργός ειδικός στην κατασκευή και επισκευή λέμβων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λέμβος + -ουργός (< ἔργον), πρβλ. δημιουργός, στιχουργός].