ματεριαλισμός: Difference between revisions
From LSJ
mNo edit summary |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο<br />η [[θεμελιώδης]] [[άποψη]] όλων τών φιλοσοφικών συστημάτων που θεωρούν ως μοναδική [[πραγματικότητα]] την ύλη, απορρίπτουν τον Θεό και την [[ψυχή]] και υποστηρίζουν ότι όλες οι λειτουργίες του ανθρώπου, και η [[σκέψη]], η [[βούληση]], οι επιθυμίες του κ.λπ. και η [[εξέλιξη]] της ιστορίας αποτελούν [[φυσικά]] φαινόμενα και [[πρέπει]] να εξετάζονται με την [[ίδια]] μέθοδο που εξετάζεται ο [[φυσικός]] [[κόσμος]], ο [[υλισμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, [[πρβλ]]. γαλλ. <i>materialisme</i> <span style="color: red;"><</span> νεολατ. <i>materialismus</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>materialis</i> <span style="color: red;"><</span> <i>materia</i> «ύλη»]. | |mltxt=ο<br />η [[θεμελιώδης]] [[άποψη]] όλων τών φιλοσοφικών συστημάτων που θεωρούν ως μοναδική [[πραγματικότητα]] την ύλη, απορρίπτουν τον Θεό και την [[ψυχή]] και υποστηρίζουν ότι όλες οι λειτουργίες του ανθρώπου, και η [[σκέψη]], η [[βούληση]], οι επιθυμίες του κ.λπ. και η [[εξέλιξη]] της ιστορίας αποτελούν [[φυσικά]] φαινόμενα και [[πρέπει]] να εξετάζονται με την [[ίδια]] μέθοδο που εξετάζεται ο [[φυσικός]] [[κόσμος]], ο [[υλισμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, [[πρβλ]]. γαλλ. <i>[[materialisme]]</i> <span style="color: red;"><</span> νεολατ. <i>[[materialismus]]</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>[[materialis]]</i> <span style="color: red;"><</span> <i>[[materia]]</i> «ύλη»]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:29, 14 May 2024
Greek Monolingual
ο
η θεμελιώδης άποψη όλων τών φιλοσοφικών συστημάτων που θεωρούν ως μοναδική πραγματικότητα την ύλη, απορρίπτουν τον Θεό και την ψυχή και υποστηρίζουν ότι όλες οι λειτουργίες του ανθρώπου, και η σκέψη, η βούληση, οι επιθυμίες του κ.λπ. και η εξέλιξη της ιστορίας αποτελούν φυσικά φαινόμενα και πρέπει να εξετάζονται με την ίδια μέθοδο που εξετάζεται ο φυσικός κόσμος, ο υλισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. materialisme < νεολατ. materialismus < λατ. materialis < materia «ύλη»].