ἐξελιγμός: Difference between revisions
ἀναπηδῶσιν πάντες ἐπ' ἔργον → everyone jumps up from bed to work, everyone jumps up to work
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ekseligmos | |Transliteration C=ekseligmos | ||
|Beta Code=e)celigmo/s | |Beta Code=e)celigmo/s | ||
|Definition=ὁ, < | |Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[countermarching]], <b class="b3">ἐ. Μακεδονικός, Λακωνικός, Κρητικός</b>, Ascl.''Tact.''10.13, 14, 15, cf. Arr.''Tact.''23.2,3,4; οἱ ἐπὶ τῶν ἵππων ἐ. Them.''Or.''1.2b.<br><span class="bld">II</span> [[doubling]], of the hare, Arr.''Cyn.''16.3 (pl.); so of [[turning]] movements in walking or driving a hoop, Antyll. ap. Orib. 6.21.18, 26.1.<br><span class="bld">III</span> [[revolution]] of the heavenly bodies, Nicom.''Ar.''1.6.<br><span class="bld">2</span> especially of the [[shortest period containing a whole number of synodic months]], [[days]], [[and]] [[ἀποκαταστάσεις]] of the moon, Gem.18.1, Ptol.''Alm.'' 4.2. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 10:19, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ,
A countermarching, ἐ. Μακεδονικός, Λακωνικός, Κρητικός, Ascl.Tact.10.13, 14, 15, cf. Arr.Tact.23.2,3,4; οἱ ἐπὶ τῶν ἵππων ἐ. Them.Or.1.2b.
II doubling, of the hare, Arr.Cyn.16.3 (pl.); so of turning movements in walking or driving a hoop, Antyll. ap. Orib. 6.21.18, 26.1.
III revolution of the heavenly bodies, Nicom.Ar.1.6.
2 especially of the shortest period containing a whole number of synodic months, days, and ἀποκαταστάσεις of the moon, Gem.18.1, Ptol.Alm. 4.2.
German (Pape)
[Seite 876] ὁ, Entwickelung, bes. einer Schlachtreihe, Arr. tact. 27 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξελιγμός: ὁ, ἐξέλιξις στρατεύματος, πρὸς ἀντιπαράταξιν, ἐναντίον ἄλλου, Ἀρρ. Τακτ. 27, Θεμίστ. 2Β. Καθ’ Ἡσύχ. «ἐξελιγμός· κίνησίς τις παρὰ τοῖς τακτικοῖς ἡ ἐνόπλιος». 1) ἑλικοειδὴς κίνησις, ἐπὶ λαγοῦ διωκομένου ὑπὸ κυνῶν, ἐν τοῖς ἐξελιγμοῖς Ἀρρ. Κυν. 16. 3. ΙΙΙ. κίνησις, περιστροφή, ἄστρων Θεολ. Ἀρ. σ. 74.
Greek Monolingual
ο (AM ἐξελιγμός) εξελίσσω
(για στρατιωτική παράταξη) ανάπτυξη, ξετύλιγμα («οἱ ἐπὶ τῶν ἵππων ἐξελιγμοί»)
αρχ.
1. (για λαγό) ελικοειδής κίνηση
2. κίνηση, περιστροφή
3. (για μικρές χρονικές περιόδους που περιλαμβάνουν πλήρη αριθμό συνοδικών μηνών, ημερών και αποκαταστάσεων της σελήνης) περιοδική αλλαγή.