σκαμμωνίτης: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=skammonitis
|Transliteration C=skammonitis
|Beta Code=skammwni/ths
|Beta Code=skammwni/ths
|Definition=<b class="b3">οἶνος [ῑ</b>], wine [[prepared with]] [[σκαμμωνία]], used as a purgative, Dsc.5.73, <span class="bibl">Plin.<span class="title">HN</span>14.110</span>.
|Definition=οἶνος [ῑ], wine [[prepared with]] [[σκαμμωνία]], used as a purgative, Dsc.5.73, Plin.''HN''14.110.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />(ενν. [[οἶνος]]) [[κρασί]] παρασκευαζόμενο με [[σκαμμωνία]], το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καθαρτικό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκαμμωνία]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>μηλ</i>-[[ίτης]])].
|mltxt=ὁ, Α<br />(ενν. [[οἶνος]]) [[κρασί]] παρασκευαζόμενο με [[σκαμμωνία]], το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καθαρτικό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκαμμωνία]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[μηλίτης]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:27, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκαμμωνίτης Medium diacritics: σκαμμωνίτης Low diacritics: σκαμμωνίτης Capitals: ΣΚΑΜΜΩΝΙΤΗΣ
Transliteration A: skammōnítēs Transliteration B: skammōnitēs Transliteration C: skammonitis Beta Code: skammwni/ths

English (LSJ)

οἶνος [ῑ], wine prepared with σκαμμωνία, used as a purgative, Dsc.5.73, Plin.HN14.110.

Greek (Liddell-Scott)

σκαμμωνίτης: οἶνος [ῑ], οἶνος παρεσκευασμένος διὰ σκαμμωνίας, ἐν χρήσει ἀντὶ καθαρσίου, Διοσκ. 5. 83, Πλίν. 14. 19, 5.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(ενν. οἶνος) κρασί παρασκευαζόμενο με σκαμμωνία, το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καθαρτικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκαμμωνία + κατάλ. -ίτης (πρβλ. μηλίτης)].