βληχητά: Difference between revisions

From LSJ

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=vlichita
|Transliteration C=vlichita
|Beta Code=blhxhta/
|Beta Code=blhxhta/
|Definition=ῶν, τά, [[bleaters]], i.e. [[sheep]], <span class="bibl">Ael.<span class="title">NA</span>2.54</span>; <b class="b3">β. τέκνα</b> [[sheepish]] lads, <span class="bibl">Eup.103</span>.
|Definition=ῶν, τά, [[bleaters]], i.e. [[sheep]], Ael.''NA''2.54; <b class="b3">β. τέκνα</b> [[sheepish]] lads, Eup.103.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''βληχητά''': -ῶν, τά, τὰ βληχώμενα, δηλ. πρόβατα, Αἰλ. Ζ. Ι. 2. 54· βληχητὰ τέκνα, προβατώδη, μωρά, ἐπὶ τῶν υἱῶν τοῦ Ἱπποκράτους, Εὐπολ. Δημ. 38· οἵτινες καλοῦνται βλιτομάμμαι ὑπὸ Ἀριστοφ. Νεφ. 1001· - ὁ Βασίλ. ἔχει καὶ βληχητικός, ή, όν.
|lstext='''βληχητά''': -ῶν, τά, τὰ βληχώμενα, δηλ. πρόβατα, Αἰλ. Ζ. Ι. 2. 54· βληχητὰ τέκνα, προβατώδη, μωρά, ἐπὶ τῶν υἱῶν τοῦ Ἱπποκράτους, Εὐπολ. Δημ. 38· οἵτινες καλοῦνται βλιτομάμμαι ὑπὸ Ἀριστοφ. Νεφ. 1001· - ὁ Βασίλ. ἔχει καὶ βληχητικός, ή, όν.
}}
}}

Latest revision as of 11:24, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βληχητά Medium diacritics: βληχητά Low diacritics: βληχητά Capitals: ΒΛΗΧΗΤΑ
Transliteration A: blēchētá Transliteration B: blēchēta Transliteration C: vlichita Beta Code: blhxhta/

English (LSJ)

ῶν, τά, bleaters, i.e. sheep, Ael.NA2.54; β. τέκνα sheepish lads, Eup.103.

Greek (Liddell-Scott)

βληχητά: -ῶν, τά, τὰ βληχώμενα, δηλ. πρόβατα, Αἰλ. Ζ. Ι. 2. 54· βληχητὰ τέκνα, προβατώδη, μωρά, ἐπὶ τῶν υἱῶν τοῦ Ἱπποκράτους, Εὐπολ. Δημ. 38· οἵτινες καλοῦνται βλιτομάμμαι ὑπὸ Ἀριστοφ. Νεφ. 1001· - ὁ Βασίλ. ἔχει καὶ βληχητικός, ή, όν.