τρωγλῖτις: Difference between revisions

From LSJ

Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον → Res pauper est odiosa, donans diviti → Ich hasse einen Armen, der demReichen gibt

Menander, Monostichoi, 360
mNo edit summary
m (pape replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(II)</b><br />-ίτιδος, η, ΜΑ<br />το [[φυτό]] [[σμύρνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρώγλη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ῖτις</i>. Ο τ. ισοδυναμεί πιθ. με τον τ. [[τρωγλοδύτις]] και έχει σχηματιστεί πιθ. από αυτόν με [[απλολογία]]].
|mltxt=<b>(II)</b><br />-ίτιδος, η, ΜΑ<br />το [[φυτό]] [[σμύρνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρώγλη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ῖτις</i>. Ο τ. ισοδυναμεί πιθ. με τον τ. [[τρωγλοδύτις]] και έχει σχηματιστεί πιθ. από αυτόν με [[απλολογία]]].
}}
{{elmes
|esmgtx=ἡ [[troglitis]] cierta clase de mirra ἐπιθύων πάλιν τρωγλῖτιν ζμύρναν τῷ αὐτῷ σχήματι <b class="b3">quema de nuevo mirra troglitis de la misma manera</b> P I 72 ἔστιν δὲ καὶ τοῦ μελανίου ἡ σκευή· τ. ζμύρνα δραχμαὶ δʹ, ἰσχάδας Καρικὰς γʹ <b class="b3">ésta es también la preparación de la tinta: cuatro dracmas de mirra troglitis, tres higos secos de Caria</b> P I 243
}}
{{pape
|ptext=ἡ, <i>eine Art [[Myrrhe]]</i>, auch τρωγλοδῦτις, Sp.
}}
}}

Latest revision as of 16:53, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρωγλῖτις Medium diacritics: τρωγλῖτις Low diacritics: τρωγλίτις Capitals: ΤΡΩΓΛΙΤΙΣ
Transliteration A: trōglîtis Transliteration B: trōglitis Transliteration C: troglitis Beta Code: trwgli=tis

English (LSJ)

ιδος, ἡ, a kind of myrrh, Edict.Diocl. Delph.21, al., Gp.7.36.1, Alex.Trall.1.12: also τρωγλοδύτις [ῠ], ἡ, Gal.14.68, Alex.Trall.5.4; ἶρις τρωγλῖτις Gp.7.30.1; and τρωγλοδυτική, Dsc.1.64.

Greek (Liddell-Scott)

τρωγλῖτις: -ιδος, ἡ, εἶδος σμύρνης, σμύρνα τρωγλῖτις Ἀλέξ. Τραλλ. 1, σ. 40., 2. σ. 142, 4, σ. 223, κ. ἀλλαχοῦ· ἐνίοτε φέρεται τρωγλοδύτις, ὡς παρὰ Γαληνῷ τ. 13, σ. 885, καὶ τρωγλοδυτικὴ ἐν Διοσκ. 1. 77.

Spanish

troglitis

Greek Monolingual

(II)
-ίτιδος, η, ΜΑ
το φυτό σμύρνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρώγλη + κατάλ. -ῖτις. Ο τ. ισοδυναμεί πιθ. με τον τ. τρωγλοδύτις και έχει σχηματιστεί πιθ. από αυτόν με απλολογία].

Léxico de magia

troglitis cierta clase de mirra ἐπιθύων πάλιν τρωγλῖτιν ζμύρναν τῷ αὐτῷ σχήματι quema de nuevo mirra troglitis de la misma manera P I 72 ἔστιν δὲ καὶ τοῦ μελανίου ἡ σκευή· τ. ζμύρνα δραχμαὶ δʹ, ἰσχάδας Καρικὰς γʹ ésta es también la preparación de la tinta: cuatro dracmas de mirra troglitis, tres higos secos de Caria P I 243

German (Pape)

ἡ, eine Art Myrrhe, auch τρωγλοδῦτις, Sp.