ἀμφισβατέω: Difference between revisions

From LSJ

τεκμαιρόμενοι προκατηγορίας οὐ προγεγενημένης → deducing from the fact that there was no previous accusation

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(?s)Medium diacritics=(\w+)(έω)(?s)(.*)btext=(-ῶ)" to "Medium diacritics=$1$2$3btext=$1ῶ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0143.png Seite 143]] für [[ἀμφισβητέω]], wird Her. 9, 74 gelesen, während 4, 14 die gew. Form steht.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0143.png Seite 143]] für [[ἀμφισβητέω]], wird Her. 9, 74 gelesen, während 4, 14 die gew. Form steht.
}}
{{bailly
|btext=[[ἀμφισβατῶ]] :<br /><i>ion. c.</i> [[ἀμφισβητέω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφισβᾰτέω''': [[ἀμφισβητέω]] Ἡρόδ. 9. 74, [[εἶναι]] δὲ γραφὴ τοῦ Γαισφόρδου, ἣν παρεδέχθησαν καὶ ἄλλοι ὡς ὑποστηριζομένην ἐκ τῆς ἀναλογίας τῆς λέξ. [[ἀμφισβασίη]] ἐν 8. 81· ἀλλ’ ἐν 4. 14 πάντα τὰ χειρόγρ. ἐκτὸς ἑνὸς ἔχουσιν ἀμφισβητέειν· - ἀμφισβατέειν [[ὅμως]] ἀναφέρει ὁ Ὠριγένης.
|lstext='''ἀμφισβᾰτέω''': [[ἀμφισβητέω]] Ἡρόδ. 9. 74, [[εἶναι]] δὲ γραφὴ τοῦ Γαισφόρδου, ἣν παρεδέχθησαν καὶ ἄλλοι ὡς ὑποστηριζομένην ἐκ τῆς ἀναλογίας τῆς λέξ. [[ἀμφισβασίη]] ἐν 8. 81· ἀλλ’ ἐν 4. 14 πάντα τὰ χειρόγρ. ἐκτὸς ἑνὸς ἔχουσιν ἀμφισβητέειν· - ἀμφισβατέειν [[ὅμως]] ἀναφέρει ὁ Ὠριγένης.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>ion. c.</i> [[ἀμφισβητέω]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀμφισβᾰτέω:''' Her. = [[ἀμφισβητέω]].
|elrutext='''ἀμφισβᾰτέω:''' Her. = [[ἀμφισβητέω]].
}}
}}

Latest revision as of 18:51, 16 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφισβᾰτέω Medium diacritics: ἀμφισβατέω Low diacritics: αμφισβατέω Capitals: ΑΜΦΙΣΒΑΤΕΩ
Transliteration A: amphisbatéō Transliteration B: amphisbateō Transliteration C: amfisvateo Beta Code: a)mfisbate/w

English (LSJ)

Ion. for ἀμφισβητέω, q.v.

Spanish (DGE)

(ἀμφισβᾰτέω) v. ἀμφισβητέω.

German (Pape)

[Seite 143] für ἀμφισβητέω, wird Her. 9, 74 gelesen, während 4, 14 die gew. Form steht.

French (Bailly abrégé)

ἀμφισβατῶ :
ion. c. ἀμφισβητέω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφισβᾰτέω: ἀμφισβητέω Ἡρόδ. 9. 74, εἶναι δὲ γραφὴ τοῦ Γαισφόρδου, ἣν παρεδέχθησαν καὶ ἄλλοι ὡς ὑποστηριζομένην ἐκ τῆς ἀναλογίας τῆς λέξ. ἀμφισβασίη ἐν 8. 81· ἀλλ’ ἐν 4. 14 πάντα τὰ χειρόγρ. ἐκτὸς ἑνὸς ἔχουσιν ἀμφισβητέειν· - ἀμφισβατέειν ὅμως ἀναφέρει ὁ Ὠριγένης.

Russian (Dvoretsky)

ἀμφισβᾰτέω: Her. = ἀμφισβητέω.