μαδωνία: Difference between revisions
From LSJ
εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)
(b) |
|||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0080.png Seite 80]] ἡ, die Wasserlilie, nymphaea, Theophr. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0080.png Seite 80]] ἡ, die Wasserlilie, nymphaea, Theophr. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μᾰδωνία''': ἡ, Βοιωτ. [[ὄνομα]] τῆς νυμφαίας, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 13, 1. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μαδωνία]] και [[μαδωνάϊς]], ἡ (Α)<br />το [[φυτό]] [[νυμφαία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μαδῶ</i> με υποχωρητικό σχηματισμό <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ωνία</i>, που εμφανίζεται σε ονομασίες [[φυτών]] ([[πρβλ]]. [[βρυωνία]]: [[βρύω]])]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 14:40, 23 August 2021
German (Pape)
[Seite 80] ἡ, die Wasserlilie, nymphaea, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
μᾰδωνία: ἡ, Βοιωτ. ὄνομα τῆς νυμφαίας, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 13, 1.
Greek Monolingual
μαδωνία και μαδωνάϊς, ἡ (Α)
το φυτό νυμφαία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαδῶ με υποχωρητικό σχηματισμό + επίθημα -ωνία, που εμφανίζεται σε ονομασίες φυτών (πρβλ. βρυωνία: βρύω)].