ἑνδεκασύλλαβος: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=endekasyllavos | |Transliteration C=endekasyllavos | ||
|Beta Code=e(ndekasu/llabos | |Beta Code=e(ndekasu/llabos | ||
|Definition= | |Definition=ἑνδεκασύλλαβον, [[eleven-syllabled]], [[ἑνδεκασύλλαβον]] = [[hendecasyllabum]]; [[ἑνδεκασύλλαβον]] [[Πινδαρικόν]] (''[[sc.]]'' [[μέτρον]]) = [[Pindaric]] eleven-syllable Heph.14.2. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 10:58, 25 August 2023
English (LSJ)
ἑνδεκασύλλαβον, eleven-syllabled, ἑνδεκασύλλαβον = hendecasyllabum; ἑνδεκασύλλαβον Πινδαρικόν (sc. μέτρον) = Pindaric eleven-syllable Heph.14.2.
Spanish (DGE)
-ον
métr. endecasílabo del metro de once sílabas, del alcaico, Heph.14.3, del sáfico, Heph.14.1, del pindárico, Heph.14.2, del falecio, Cat.12.10, 42.1.
German (Pape)
[Seite 832] clssylbig, Hephaest.
Greek (Liddell-Scott)
ἑνδεκασύλλαβος: -ον, ὁ ἐξ ἕνδεκα συλλαβῶν συνιστάμενος, τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον Ἡφαιστίων 14. 2.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM ἑνδεκασύλλαβον) νεοελλ.
1. αυτός που αποτελείται από ένδεκα συλλαβές («ενδεκασύλλαβος στίχος»)
2. (το αρσ. ως. ουσ.) ο ενδεκασύλλαβος
ο ενδεκασύλλαβος στίχος
αρχ.-μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ ἑνδεκασύλλαβον
ο ενδεκασύλλαβος στίχος.