φαινίνδα: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)")
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=faininda
|Transliteration C=faininda
|Beta Code=faini/nda
|Beta Code=faini/nda
|Definition=[[παίζειν]], to play [[at ball]], <span class="bibl">Antiph.283</span>, Juba <span class="bibl">81</span>, <span class="bibl">Ath.1.14f</span>, <span class="bibl">Poll.9.105</span>: written φενίνδα in <span class="title">Com.Adesp.</span>711.
|Definition=[[παίζειν]], to play [[at ball]], Antiph.283, Juba 81, Ath.1.14f, Poll.9.105: written φενίνδα in ''Com.Adesp.''711.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ή φαιννίς, -[[ίδος]], και δ. γρφ. [[φενίνδα]], η, Α<br />[[είδος]] παιχνιδιού που επινοήθηκε [[πιθανώς]] από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -[[ίνδα]] ([[πρβλ]]. [[κρυπτίνδα]], [[στρεπτίνδα]])].
|mltxt=ή φαιννίς, -ίδος, και δ. γρφ. [[φενίνδα]], η, Α<br />[[είδος]] παιχνιδιού που επινοήθηκε [[πιθανώς]] από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -[[ίνδα]] ([[πρβλ]]. [[κρυπτίνδα]], [[στρεπτίνδα]])].
}}
}}

Latest revision as of 14:20, 1 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φαινίνδᾰ Medium diacritics: φαινίνδα Low diacritics: φαινίνδα Capitals: ΦΑΙΝΙΝΔΑ
Transliteration A: phainínda Transliteration B: phaininda Transliteration C: faininda Beta Code: faini/nda

English (LSJ)

παίζειν, to play at ball, Antiph.283, Juba 81, Ath.1.14f, Poll.9.105: written φενίνδα in Com.Adesp.711.

German (Pape)

[Seite 1250] adv., gew. mit παίζειν, Fangball spielen, nach Ath. I, 14 f von ἄφεσις; vgl. die Beschreibung des Antiphan. bei Ath. a. a. O.

Greek (Liddell-Scott)

φαινίνδᾰ: παίζειν, παιδιὰ μετὰ σφαίρας (πρβλ. ἁρπαστόν, ἐφετίνδα), «φαινίνδα δὲ (παιδιά) ἐστιν ὅταν ἑτέρῳ τὴν σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν» Σχόλ. εἰς Πλάτ. σ. 358 ἔκδ. Βεκκήρ., πρβλ. Πολυδ. Θ΄, 105· σφαῖραν λαβὼν τῷ μὲν διδοὺς ἔχαιρε, τὸν δ’ ἔφευγ’ ἅμα, τοῦ δὲ ἐξέκρουσε, τὸν δ’ ἀνέστησε πάλιν, κλαγκταῖσι φωναῖς Ἀντιφάνης παρ’ Ἀθην. 15Α.

Greek Monolingual

ή φαιννίς, -ίδος, και δ. γρφ. φενίνδα, η, Α
είδος παιχνιδιού που επινοήθηκε πιθανώς από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαίνω + επιρρμ. κατάλ. -ίνδα (πρβλ. κρυπτίνδα, στρεπτίνδα)].