φιλαλληλία: Difference between revisions
From LSJ
Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
(6_10) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=filallilia | |Transliteration C=filallilia | ||
|Beta Code=filallhli/a | |Beta Code=filallhli/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[mutual love]], Tz.ad Hes.''Op.''42: metaph. of numbers, [[affinity]], Nicom.''Ar.''2.19, Iamb.''in Nic.''p.30P. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλαλληλία''': ἡ, ἡ πρὸς ἀλλήλους [[ἀγάπη]], τὸ ἐξ ἀγάπης καὶ φιλαλληλίας ἐπιστάξαι [[δάκρυον]] Κύριλλ. Ἀλεξ. Γλαφυρ. εἰς Δευτερονόμ. σ. 412, Εὐστάθ. 1126, 32, Πονημάτ. 13, 1, κλπ. | |lstext='''φῐλαλληλία''': ἡ, ἡ πρὸς ἀλλήλους [[ἀγάπη]], τὸ ἐξ ἀγάπης καὶ φιλαλληλίας ἐπιστάξαι [[δάκρυον]] Κύριλλ. Ἀλεξ. Γλαφυρ. εἰς Δευτερονόμ. σ. 412, Εὐστάθ. 1126, 32, Πονημάτ. 13, 1, κλπ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[φιλάλληλος]]<br />η [[αγάπη]] [[προς]] τον [[πλησίον]], [[προς]] τον συνάνθρωπο, [[αλτρουισμός]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:18, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, mutual love, Tz.ad Hes.Op.42: metaph. of numbers, affinity, Nicom.Ar.2.19, Iamb.in Nic.p.30P.
German (Pape)
[Seite 1274] ἡ, gegenseitige Liebe, Nicom. arithm. 2, 19.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλαλληλία: ἡ, ἡ πρὸς ἀλλήλους ἀγάπη, τὸ ἐξ ἀγάπης καὶ φιλαλληλίας ἐπιστάξαι δάκρυον Κύριλλ. Ἀλεξ. Γλαφυρ. εἰς Δευτερονόμ. σ. 412, Εὐστάθ. 1126, 32, Πονημάτ. 13, 1, κλπ.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ φιλάλληλος
η αγάπη προς τον πλησίον, προς τον συνάνθρωπο, αλτρουισμός.