Μελιταῖος: Difference between revisions
From LSJ
Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.
(6_4) |
|||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 7: | Line 7: | ||
|Transliteration B=Melitaios | |Transliteration B=Melitaios | ||
|Transliteration C=Melitaios | |Transliteration C=Melitaios | ||
|Beta Code= | |Beta Code=*melitai=os | ||
|Definition=α, ον, | |Definition=α, ον, of or from [[Melita]] (Malta), [[κυνίδιον]] M. ''Maltese'' lapdog, [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''612b10, cf. [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Characters|Char.]]''21.9, Str.6.2.11, etc. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Μελῐταῖος''': -α, -ον, ὁ ἐκ Μελίτης («Μάλτας») κυνίδια Μελιταῖα, κυνάρια μικρὰ τῆς «ποδιᾶς», [[ἅπερ]] ἔτρεφον αἱ ἁβροδίαιτοι δέσποιναι πρὸς τέρψιν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 6, τέλ., πρβλ. Θεοφρ. Χαρακτ. 21, Στράβ. 277, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: | |lstext='''Μελῐταῖος''': -α, -ον, ὁ ἐκ Μελίτης («Μάλτας») κυνίδια Μελιταῖα, κυνάρια μικρὰ τῆς «ποδιᾶς», [[ἅπερ]] ἔτρεφον αἱ ἁβροδίαιτοι δέσποιναι πρὸς τέρψιν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 6, τέλ., πρβλ. Θεοφρ. Χαρακτ. 21, Στράβ. 277, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «μελιταῖα· ὀθόνιά τινα διάφορα ἐκ Μελίτης τῆς νήσου». | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Μελῐταῖος:''' [[с острова Мелита]], [[мелитский]] ([[κυνίδιον]] Arst.). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 21:50, 24 November 2023
English (LSJ)
α, ον, of or from Melita (Malta), κυνίδιον M. Maltese lapdog, Arist.HA612b10, cf. Thphr. Char.21.9, Str.6.2.11, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Μελῐταῖος: -α, -ον, ὁ ἐκ Μελίτης («Μάλτας») κυνίδια Μελιταῖα, κυνάρια μικρὰ τῆς «ποδιᾶς», ἅπερ ἔτρεφον αἱ ἁβροδίαιτοι δέσποιναι πρὸς τέρψιν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 6, τέλ., πρβλ. Θεοφρ. Χαρακτ. 21, Στράβ. 277, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «μελιταῖα· ὀθόνιά τινα διάφορα ἐκ Μελίτης τῆς νήσου».
Russian (Dvoretsky)
Μελῐταῖος: с острова Мелита, мелитский (κυνίδιον Arst.).