ὑδατίς: Difference between revisions
Νόμιζε γήμας δοῦλος εἶναι διὰ βίου → Uxore ducta vivere ut servus para → Nimm eine Frau und sei ihr Knecht ein Leben lang
(6_12) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ydatis | |Transliteration C=ydatis | ||
|Beta Code=u(dati/s | |Beta Code=u(dati/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, in | |Definition=-ίδος, ἡ, in plural,<br><span class="bld">A</span> = [[σταγόνες]], [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]], Phot.; as a urinary disease, Cael.Aur.''TP''5.4.<br><span class="bld">II</span> [[watery vesicle]], [[hydatid]], Sor.1.58, Gal.18(2).679, ''UP''10.7.<br><span class="bld">III</span> [[a disease in the liver]], Id.18(1).165: also [[in the hoofs of horses]], Hippiatr. 77.<br><span class="bld">IV</span> a [[gem]], Mart.Cap.1.75. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑδᾰτίς''': -ίδος, ἡ, σταγὼν ὕδατος, Ἡσύχ., Φώτ. ΙΙ. «ἡ ὑδατὶς [[οὐσία]] τίς ἐστι [[πιμελώδης]] ὑπεστρωμένη τῷ τοῦ βλεφάρου δέρματι παρὰ φύσιν» Παῦλ. Αἰγιν. 6, 14, Γαλην. τ. 14, σ. 712, 15. ΙΙΙ. νόσημά τι τοῦ [[ἥπατος]], Γαλην. τ. 2. σ. 223· [[ὡσαύτως]] τῶν πτερνῶν τῶν ἵππων, Ἱππιατρ. σ. 205, 23., 229, 5., 230, 16, πρβλ. [[παράπρισμα]], [[μελικηρίς]]. IV. πολύτιμός τις [[λίθος]] ὑδατόχρους, Martianus Min Felix Capella 1, § 75. | |lstext='''ὑδᾰτίς''': -ίδος, ἡ, σταγὼν ὕδατος, Ἡσύχ., Φώτ. ΙΙ. «ἡ ὑδατὶς [[οὐσία]] τίς ἐστι [[πιμελώδης]] ὑπεστρωμένη τῷ τοῦ βλεφάρου δέρματι παρὰ φύσιν» Παῦλ. Αἰγιν. 6, 14, Γαλην. τ. 14, σ. 712, 15. ΙΙΙ. νόσημά τι τοῦ [[ἥπατος]], Γαλην. τ. 2. σ. 223· [[ὡσαύτως]] τῶν πτερνῶν τῶν ἵππων, Ἱππιατρ. σ. 205, 23., 229, 5., 230, 16, πρβλ. [[παράπρισμα]], [[μελικηρίς]]. IV. πολύτιμός τις [[λίθος]] ὑδατόχρους, Martianus Min Felix Capella 1, § 75. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ίδος, ἡ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υδατίδα]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 14:20, 1 March 2024
English (LSJ)
-ίδος, ἡ, in plural,
A = σταγόνες, Hsch., Phot.; as a urinary disease, Cael.Aur.TP5.4.
II watery vesicle, hydatid, Sor.1.58, Gal.18(2).679, UP10.7.
III a disease in the liver, Id.18(1).165: also in the hoofs of horses, Hippiatr. 77.
IV a gem, Mart.Cap.1.75.
German (Pape)
[Seite 1172] ίδος, ἡ, Wasser-, Fettblase unter dem obern Augenlide, Paul. Aeg.
Greek (Liddell-Scott)
ὑδᾰτίς: -ίδος, ἡ, σταγὼν ὕδατος, Ἡσύχ., Φώτ. ΙΙ. «ἡ ὑδατὶς οὐσία τίς ἐστι πιμελώδης ὑπεστρωμένη τῷ τοῦ βλεφάρου δέρματι παρὰ φύσιν» Παῦλ. Αἰγιν. 6, 14, Γαλην. τ. 14, σ. 712, 15. ΙΙΙ. νόσημά τι τοῦ ἥπατος, Γαλην. τ. 2. σ. 223· ὡσαύτως τῶν πτερνῶν τῶν ἵππων, Ἱππιατρ. σ. 205, 23., 229, 5., 230, 16, πρβλ. παράπρισμα, μελικηρίς. IV. πολύτιμός τις λίθος ὑδατόχρους, Martianus Min Felix Capella 1, § 75.
Greek Monolingual
-ίδος, ἡ, ΜΑ
βλ. υδατίδα.