τρίβραχυς: Difference between revisions
ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)
(6_22) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=trivrachys | |Transliteration C=trivrachys | ||
|Beta Code=tri/braxus | |Beta Code=tri/braxus | ||
|Definition=υ, | |Definition=υ, [[consisting of three short syllables]], Heph.3.2, al., Choerob. ''in Theod.''1.232 H.; in full, <b class="b3">τ. πούς</b> interpol. in [[Dionysius of Halicarnassus|D.H.]]''[[De Compositione Verborum|Comp.]]'' 17. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1140.png Seite 1140]] ὁ, ein aus drei kurzen Sylben bestehender Versfuß ( ñ ñ ñ), Gramm. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1140.png Seite 1140]] ὁ, ein aus drei kurzen Sylben bestehender Versfuß ( ñ ñ ñ), Gramm. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τρίβρᾰχυς:''' εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρίβρᾰχῠς''': υ, ὁ ἐκ τριῶν βραχειῶν συλλαβῶν συνιστάμενος, Ἀρκάδ. 40, 19 (ἕτεροι γραμμ. γράφουσιν ὀξυτόνως -χύς)· ὁ τρ. ποὺς Διονύσ. Ἀλ. π. Συνθ. Ὀνομ. 17. | |lstext='''τρίβρᾰχῠς''': υ, ὁ ἐκ τριῶν βραχειῶν συλλαβῶν συνιστάμενος, Ἀρκάδ. 40, 19 (ἕτεροι γραμμ. γράφουσιν ὀξυτόνως -χύς)· ὁ τρ. ποὺς Διονύσ. Ἀλ. π. Συνθ. Ὀνομ. 17. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-υ, ΝΑ<br />(για μετρικό [[πόδα]]) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[τρίβραχυς]]<br />ο [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βραχύς]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:05, 25 August 2023
English (LSJ)
υ, consisting of three short syllables, Heph.3.2, al., Choerob. in Theod.1.232 H.; in full, τ. πούς interpol. in D.H.Comp. 17.
German (Pape)
[Seite 1140] ὁ, ein aus drei kurzen Sylben bestehender Versfuß ( ñ ñ ñ), Gramm.
Russian (Dvoretsky)
τρίβρᾰχυς: εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪).
Greek (Liddell-Scott)
τρίβρᾰχῠς: υ, ὁ ἐκ τριῶν βραχειῶν συλλαβῶν συνιστάμενος, Ἀρκάδ. 40, 19 (ἕτεροι γραμμ. γράφουσιν ὀξυτόνως -χύς)· ὁ τρ. ποὺς Διονύσ. Ἀλ. π. Συνθ. Ὀνομ. 17.
Greek Monolingual
-υ, ΝΑ
(για μετρικό πόδα) αυτός που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο τρίβραχυς
ο μετρικός πόδας που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + βραχύς.