κλειδοφόρος: Difference between revisions

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source
(6_18)
 
mNo edit summary
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κλειδοφόρος
|Medium diacritics=κλειδοφόρος
|Low diacritics=κλειδοφόρος
|Capitals=ΚΛΕΙΔΟΦΟΡΟΣ
|Transliteration A=kleidophóros
|Transliteration B=kleidophoros
|Transliteration C=kleidoforos
|Beta Code=kleidofo/ros
|Definition=v. sub [[κλειδοφορέω]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κλειδοφόρος''': -ον, ὁ φέρων κλειδία, Ἰων. κληϊδ- ἐν Συνεσ. 733Β.
|lstext='''κλειδοφόρος''': -ον, ὁ φέρων κλειδία, Ἰων. κληϊδ- ἐν Συνεσ. 733Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[κλειδοφόρος]], ιων. τ. [[κληϊδοφόρος]], ὁ, ἡ (Α)<br />[[ιερέας]] ή [[ιέρεια]] που φέρει, που κρατά τα κλειδιά, [[κλειδούχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλείς]], -<i>δός</i> <span style="color: red;">+</span> -[[φόρος]] (<span style="color: red;"><</span> [[φόρος]] <span style="color: red;"><</span> [[φέρω]]), [[πρβλ]]. [[νικηφόρος]], [[στεφανηφόρος]].
}}
}}

Latest revision as of 07:40, 24 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλειδοφόρος Medium diacritics: κλειδοφόρος Low diacritics: κλειδοφόρος Capitals: ΚΛΕΙΔΟΦΟΡΟΣ
Transliteration A: kleidophóros Transliteration B: kleidophoros Transliteration C: kleidoforos Beta Code: kleidofo/ros

English (LSJ)

v. sub κλειδοφορέω.

Greek (Liddell-Scott)

κλειδοφόρος: -ον, ὁ φέρων κλειδία, Ἰων. κληϊδ- ἐν Συνεσ. 733Β.

Greek Monolingual

κλειδοφόρος, ιων. τ. κληϊδοφόρος, ὁ, ἡ (Α)
ιερέας ή ιέρεια που φέρει, που κρατά τα κλειδιά, κλειδούχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλείς, -δός + -φόρος (< φόρος < φέρω), πρβλ. νικηφόρος, στεφανηφόρος.