λιθωμότης: Difference between revisions
From LSJ
ὁ νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life
(6_19) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=lithomotis | |Transliteration C=lithomotis | ||
|Beta Code=liqwmo/ths | |Beta Code=liqwmo/ths | ||
|Definition= | |Definition=λιθωμότου, ὁ, [[one that took an oath at the altar]] ([[λίθος]] IV.3), ''Com.Adesp.''667. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λῐθωμότης''': -ου, ὁ, ὁ ὁρκιζόμενος παρὰ τὸ βῆμα ([[λίθος]] VI. 3), Κωμ. Ἀνών. (159) παρ’ Ἡσυχ. | |lstext='''λῐθωμότης''': -ου, ὁ, ὁ ὁρκιζόμενος παρὰ τὸ βῆμα ([[λίθος]] VI. 3), Κωμ. Ἀνών. (159) παρ’ Ἡσυχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λιθωμότης]], ὁ (Α)<br />αυτός που ορκίζεται σε λίθινο βωμό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λιθ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ωμότης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄμνυμι]]), [[πρβλ]]. [[ορκωμότης]], [[συνωμότης]]. Το -<i>ω</i>- του τ. οφείλεται στη [[λειτουργία]] του νόμου της εκτάσεως εν συνθέσει]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:34, 25 August 2023
English (LSJ)
λιθωμότου, ὁ, one that took an oath at the altar (λίθος IV.3), Com.Adesp.667.
German (Pape)
[Seite 46] ὁ, der auf dem Steine, auf der Rednerbühne vor dem Volke Schwörende, VLL.; vgl. über die Sitte Dem. 54, 26 u. Plut. Solon 25.
Greek (Liddell-Scott)
λῐθωμότης: -ου, ὁ, ὁ ὁρκιζόμενος παρὰ τὸ βῆμα (λίθος VI. 3), Κωμ. Ἀνών. (159) παρ’ Ἡσυχ.
Greek Monolingual
λιθωμότης, ὁ (Α)
αυτός που ορκίζεται σε λίθινο βωμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λιθ(ο)- + -ωμότης (< ὄμνυμι), πρβλ. ορκωμότης, συνωμότης. Το -ω- του τ. οφείλεται στη λειτουργία του νόμου της εκτάσεως εν συνθέσει].